Καμπαναριό του 15ου αιώνα στην Κεφαλονιά

Καμπαναριό του 15ου αιώνα στην Κεφαλονιά
Αγαπητοί επισκέπτες καλώς ήλθατε.
Μπορείτε να επικοινωνείτε μαζί μας, να αποστέλλετε και να μοιράζεστε κρίσεις, σχόλια, απόψεις, στην ηλεκτρονική διεύθυνση :
amalgamaparamythias@gmail.com

Με εκτίμηση,
Η Ομάδα Διαχείρισης


Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

ΕΥΧΗ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΤΟΥ ΡΟΣΤΩΒ


 alt Ευχή στην Υπεραγία Θεοτόκο του μητροπολίτου Ροστοβίας Δημητρίου. (του Ρώσου νεοφανούς αγίου και θαυματουργού,την οποία έλεγε καθημερινά).
Υπεραγία Θεοτόκε Παρθένε, σκέπε με, και διαφύλαττε τον δούλο σου από παντός κακού ψυχής τε και σώματος,και από παντός εχθρού ορατού και αοράτου.

Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλιάς σου, ότι Σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών.

Χαίρε και ευφραίνου, Θεοτόκε Παρθένε, και πρέσβευε υπέρ του δούλου σου Κυρία και Δέσποινα των Αγγέλων και Μήτηρ των χριστιανών, βοήθησόν μοι τω δούλω σου.
Ω Μαρία παναμώμητε, χαίρε νύμφη ανύμφευτε, χαίρε η χαρά των θλιβομένων και η παραμυθία των λυπουμένων.

Χαίρε η τροφή των πεινώντων και ο λιμήν των χειμαζομένων, χαίρε των αγίων αγιωτέρα και πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, χαίρε του Πατρός αγίασμα, του Υιού το σκήνωμα, και του Αγίου Πνεύματος το επισκίασμα.

Χαίρε του πάντων Βασιλέως Χριστού του Θεού ημών το τερπνόν παλάτιον, χαίρε η Μήτηρ των ορφανών και η βακτηρία των τυφλών, χαίρε το καύχημα των χριστιανών και των προσκαλουμένων σε ο έτοιμος βοηθός.

Παναγία Δέσποινά μου, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου, ότι εις τας παναχράντους χείρας σου παρατίθημι το πνεύμα μου.
Γενού βοηθός και σκέπη της ψυχής μου εν τη φοβερά ημέρα της κρίσεως, και πρέσβευε υπέρ εμού του αναξίου ίνα εισέλθω καθαρός και αγνός εις τον Παράδεισον.

Μη απορρίψης με, Κυρία μου, τον δούλον σου, αλλά βοήθησόν μοι, και δος μοι το συμφέρον της αιτήσεως. Λύτρωσαί με παντός κινδύνου, επιβουλής, ανάγκης και ασθενείας, και δώρησαί μοι προ του τέλους μετάνοιαν, ίνα σωζόμενος τη μεσιτεία και βοηθεία σου, εν μεν τω παρόντι βίω από παντός εχθρού ορατού και αοράτου, πορευόμενος θεαρέστως εν τοις θελήμασι του αγαπητού σου Υιού και Θεού ημών, εν δε τη φοβερά ημέρα της κρίσεως από της αιωνίου και φοβεράς κολάσεως προσκυνώ, ευχαριστώ και δοξάζω το πανάγιόν σου όνομα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
ΠΗΓΗ : http://www.agioritikovima.gr/agio-oros/192-proseyxi-stin-panagia/8492-euchi-tin-uper

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2012

Συγκλονιστικός διάλογος καθηγητή – φοιτητή για το αν υπάρχει ο Θεός

Συγκλονιστικός διάλογος καθηγητή – φοιτητή για το αν υπάρχει ο ΘεόςΔιαβάστε με προσοχή τον διάλογο και εξάγετε ο καθένας τα συμπεράσματά του!
Καθηγητής: Λοιπόν, πιστεύεις στον Θεό;
Φοιτητής: Βεβαίως, κύριε.
Καθ.: Είναι καλός ο Θεός;
Φοιτ.: Φυσικά.
Καθ.: Είναι ο......
Θεός παντοδύναμος;
Φοιτ.: Ναι
Καθ.: Ο αδερφός μου πέθανε από καρκίνο παρότι παρακαλούσε τον Θεό να τον γιατρέψει και προσευχόταν σε Αυτόν. Οι περισσότεροι από εμάς θα προσπαθούσαν να βοηθήσουν αυτούς που έχουν την ανάγκη τους. Πού είναι η καλοσύνη του Θεού λοιπόν;

Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Μια μέρα με τον Στεπάν

Ουκρανία σε ένα ορφανοτροφείο στη Μονή Αναλήψεως Banchenskom κοντά στο χωριό Molnitsa.
Συνήθως, η ζωή εδώ….
ξεκινά από τις 7 το πρωί…..
Ο Στεπάν δεν μπορεί να ντυθεί, και τον φροντίζει η μητέρα του.
Ο Στεπάν γεννήθηκε χωρίς χέρια.
Τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο ορφανοτροφείο.

Είκοσι Πρακτικές Συμβουλές για Ταπείνωση

 
1. Σε ξέχασαν; Δε σε πήραν ούτε ένα τηλέφωνο;
Δεν πειράζει. Και προπαντός μην παραπονείσαι.
2. Σε αδίκησαν;
Ξέχασέ το.
3. Σε περιφρόνησαν;
Να χαίρεσαι.
4. Σε κατηγορούν;
Μην αντιλέγεις.
 5. Σε κοροϊδεύουν;
Μην απαντάς.

Στα 10 κορυφαία μνημεία του κόσμου η Αγιά Σοφιά!

att-ayasofya
Στα δέκα κορυφαία μνημεία του κόσμου περιελήφθη ο Ναός της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, από τον τουριστικό περιηγητικό κατάλογο Lonely Planet.
Να αναφερθεί ότι την εν λόγω πληροφορία δημοσιεύσε σήμερα, στο πρωτοσέλιδο της η αγγλόγλωσση τουρκική εφημερίδα Hurriyet Daily News.

Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

᾿Απὸ τὰ Θαύματα τοῦ῾Αγίου Γερασίμου τοῦ νέου ᾿Ασκητοῦ καὶ διώκτου τῶν πονηρῶν πνευμάτων



























Τ 1919, ἡ ἐκ Δειληνάτων Εὐθαλία Καλαφάτη κατετρύχετο ἐπὶ δύο ὁλόκληρα ἔτη ἐκ νευρικοῦ τινος νοσήματος. Οἱ τὰ πάντα ὑπὲρ αὐτῆς εἰς τοὺς ἰατροὺς καταναλώσαντες γονεῖς της ἀπεφάσισαν νὰ μεταφέρωσιν αὐτὴν εἰς ᾿Αθήνας πρὸς ἐξέτασιν τῆς νευρικῆς ὡς ἐνόμιζον ἀσθενείας της ὑπὸ ἀνωτέρων ἰατρῶν καὶ μηδὲν  αὐτοὶ πλέον ἔχοντες ἔγραψαν εἰς τὸν ἐν ᾿Αμερικῇ υἱόν των Διονύσιον ν᾿ἀποστείλῃ αὐτοῖς τὰ πρὸς τοῦτο ἀναγκαιοῦντα ἔξοδα.

῾Ο Διονύσιος λαμβάνει τὴν ἐπιστολὴν τῶν γονέων του καὶ ὡς υἱὸς φιλόστοργος καὶ ἀδελφὸς κάλλιστος ἑτοιμάζεται ν᾿ἀποστείλῃ τὰ δι᾿ Αθήνας ἀπαιτούμενα χρήματα. Τὴν προτεραίαν ὅμως τῆς ἀποστολῆς βλέπει καθ᾿ ὕπνους ὁ ἐν᾿ Αμερικῇ Διονύσιος ἕναν Καλόγηρον λέγοντα πρὸς αὐτόν :  «᾿Εὰν θέλῃς νὰ γίνῃ ἡ ἀδελφή σου καλά νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸ σπίτι μου. ῾ΟΔιονύσιος ἐρωτᾶ τὸν ἐμφανισθέντα Καλόγηρον ποῖος εἶναι ὅς καὶ τῷ ἀποκρίνεται :
«Εἶμαι ὁ Γεράσιμος ἀπὸ τὰ῾Ομαλά!...».



῎Εντρομος ἐξυπνᾶ ὁ εὐσεβὴς νέος καὶ ἐξ ὅλης ψυχῆς καὶ καρδίας δέεται εἰς τὸν ῞Αγιον ὑπὲρ τῆς πασχούσης ἀδελφῆς του καὶ κοιμᾶται ἐκ δευτέρου, βλέπει δὲ τὸ αὐτὸ ὄνειρον καὶ ἐπαναλαμβάνεται καὶ ἐκ τρίτου ἡ αὐτὴ παραγγελία: «Νὰ τὴν φέρουν εἰς τὸ ὀσπίτι μου!».

Πάραυτα ἐγείρεται ὁ Διονύσιος καὶ γράφει εἰς τὴν ἐν Κεφαλληνίᾳ μητέρα του ἐκτεταμένην ἐπιστολήν ἐν τῇ ὁποίᾳ ἐμφαίνεται ἡ ὑπέροχος αὐτοῦ εὐσέβεια καὶ πίστις, ἀποστέλλων ἅμα καὶ τὸ ζητηθὲν χρηματικὸν ποσόν, ἀλλὰ μὲ τὴν ρητὴν ἐντολὴν νὰ ὑπάγῃ ἡ ἀδελφή του Εὐθαλία εἰς τὴν Μονὴν τοῦ῾Αγίου Γερασίμου καὶ οὐχὶ εἰς᾿Αθήνας, διότι ἐκεῖ γράφει, ἀναμφιβόλως θὰ λάβῃ τὴν ἴασιν.




῞Αμα τῇ λήψει τῆς ἐπιστολῆς ἡ τεθλιμμένη μήτηρ, κατὰ τὴν αὐστηρὰν ἐντολὴν τοῦ υἱοῦ της μεταφέρει τὴν Εὐθαλίαν εἰςτὴν ῾Ιεράν Μονὴν καὶ μὲ τὸ πρῶτον 40λείτουργον ἀπεδείχθη τρανώτατα, ὅτι ἡ νευρικότης τῆς νεάνιδος δὲν ἦτο κοινή τις ἀσθένεια ἀλλὰ προσβολὴ τοῦ πονηροῦ πνεύματος ὅπερ πρὸς ἔκπληξιν πάντων ἤρχισε νὰ φωνάζῃ πρὸ τοῦ῾Αγίου Λειψάνου: «῎Ε μωρὲ Γεράσιμε, ἔ μωρὲ Καψάλη, ἔφθασες ἕως εἰς τὴν ᾿Αμερικὴν διὰ νὰ μᾶς καταδιώξῃς!», ἐπιβεβαιοῦν πασιφανῶς τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα τὴν ἐξ᾿ Αμερικῆς σταλεῖσαν ἐπιστολὴν τοῦ ἀδελφοῦ τῆς πασχούσης. Οὕτω δὲ ταλαιπωρουμένη καὶ παλαίουσα ἡ ἀτυχὴς Εὐθαλία καὶ ἐν ἀγρίᾳ καταστάσει διατελοῦσα ὥστε οὐδεὶς ἠδύνατο νὰ τὴν πλησιάσῃ ἐκίνει τὸν οἶκτον καὶ τὴν συμπάθειαν πάντων, οἵτινες μετὰ κατανύξεως ἐδέοντο πρὸς τὸν ῞Αγιον ὑπὲρ τῆς ταχείας αὐτῆς ἀπὸ τοῦ δαίμονος ἀπολυτρώσεως.



᾿Αλλά θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ῾Αγίοις Αὐτοῦ. ῎Οντως τῇ θερμῇ πρεσβείᾳ τοῦ ῾Αγίου ἠλευθερώθη μετά τινα χρόνον ἡ Εὐθαλία ἀπὸ τῶν τοῦ διαβόλου δεσμῶν δοξάζουσα τὸν Θεὸν καὶ εὐγνωμονοῦσα τὸν ῞Αγιον καὶ τοῖς πᾶσι κηρύττουσα τὴν θαυματουργὸν Αὐτοῦ χάριν καὶ δύναμιν.

Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ῾Οσίου καὶ Θεοφόρου Πατρὸς ἡμῶν Γερασίμου τοῦ νέου ᾿Ασκητοῦ, ᾿Αθῆναι 1967, σελ. 24-25.


Διηγείται κάποια ψυχή:"...θα ήθελα να σας διηγηθώ 3 θαύματα του Αγίου τα 2 από τα οποία τα έζησα μπροστά μου και εγώ ο ίδιος.
Το πρώτο θαύμα πιθανόν να το έχουν ακούσει αρκετοί από εσάς γιατί συνέβαινε παλιά. Όταν λοιπόν ο Άγιος λιτανεύεται και φθάνει στο πλάτανο τοποθετείται πάνω στο πηγάδι που βρίσκεται εκεί. Χρόνια λοιπόν πριν και αναφέρομαι γύρω στο 1930 περίπου έτυχε να βρεθεί και η γιαγιά μου εκεί, η οποία είχε ακούσει για το θαύμα ότι όταν τοποθετούσαν τον Άγιο πάνω στο πηγάδι αυτό, ξεχείλιζε το νερό, εκείνη όμως δυσπιστούσε λέγοντας ότι ίσως να είναι υπερβολή. Όμως μου είπε, και δεν θα το ξεχάσω όσο ζω «Εγώ Γεράσιμε το είδα να ξεχειλίζει και κανείς δεν μπορεί να με διαψεύσει» Βέβαια τότε υπήρχε πίστη πραγματική και για να πάει κανείς να προσκυνήσει στα Ομαλά νήστευε προηγουμένως για μέρες. Το ταξίδι το οποίο γίνονταν τότε με τα πόδια ήταν πραγματικά απόφαση ζωής.



Το δεύτερο θαύμα αφορά ένα κοριτσάκι, το οποίο όταν το κυοφορούσε η μητέρα του, παρουσίασε επιπλοκές και οι γιατροί την συμβούλευσαν να κάνει έκτρωση γιατί μετά βεβαιότητας διαπίστωναν ότι αν γεννηθεί ζωντανό θα έχει πολλά προβλήματα. Οι γονείς ευσεβείς καθώς είναι ούτε να ακούσουν για έκτρωση και μην έχοντας άλλον γιατρό κατέφυγαν στον Άγιο και προσευχήθηκαν και γεννήθηκε το κοριτσάκι το οποίο σήμερα χαίρει άκρας υγείας.




Και το τρίτο θαύμα έχει σχέση με μια γυναίκα η οποία είχε δαιμόνιο και τα δαιμόνια τρέμουν και μόνο στο άκουσμα του ονόματος του Αγίου. Η γυναίκα έμεινε για καιρό στο μοναστήρι φιλοξενούμενη από τις μοναχές και σε μια Θεία Λειτουργία το δαιμόνιο δεν άντεξε και όπως αργότερα η ίδια διηγήθηκε ένοιωσε να φεύγει από το σώμα της κάτι με δύναμη. Να σας πω δε ότι λίγες μέρες πριν είχα βρεθεί και εγώ ενώ ο εφημέριος τελούσε το Άγιο Ευχέλαιο και όταν λοιπόν ήρθε η ώρα να χρήσει ο ιερέας την γυναίκα αυτή το δαιμόνιο επαναστάτησε και έλεγε θυμάμαι τη φράση χαρακτηριστικά «Δεν φθάνει παλιοπαπά ετούτος που μένει εδώ και δεν με αφήνει σε ησυχία μέρα νύχτα έχω σήμερα και σένα με τούτο το λάδι, να με καίτε και οι δυο» και μόλις βέβαια την έχρησε το δαιμόνιο τόσο ταράχτηκε που η γυναίκα έπεσε κάτω λιπόθυμη και μετά από λίγες μέρες με την χάρη του Αγίου ελευθερώθηκε.




Αυτά τα λίγα αδελφοί, γιατί πραγματικά είναι λίγα για τον Άγιο Γεράσιμο, άλλωστε η σημερινή ηγουμένη μοναχή Κασσιανή και η συνοδεία της έχουν ζήσει τόσα θαύματα που είναι αμέτρητα...


Άλλη διήγηση: "... Πρίν αρκετά χρόνια " διηγείται ένας φίλος , " σ΄ένα ταξίδι μου στήν Κεφαλονιά , συνέπεσε νά τύχω στήν εορτή τού Αγίου Γερασίμου, καί στήν ολονύκτια αγρυπνία του.
Εκεί, γιά πρώτη φορά κατάλαβα τήν δύναμη τών πονηρών πνευμάτων. Μέχρι τότε πίστευα στόν Θεό, αλλά μέ τόν τρόπο μου. Νόμιζα, ότι όσα άκουγα γι΄αυτά τά πράγματα, ήταν πολυλογίες θρησκολήπτων ανθρώπων καί τίποτα περισσότερο.
Μέ μιά μονοκονδυλιά, χωρίς νά ψάξω σέ βάθος τά πράγματα, είχα αποκλείσει τήν ύπαρξη τών δυνάμεων τού σκότους καί τής καταστροφής. Ομως, ο Θεός είχε άλλα σχέδια γιά μένα ...


 Βρέθηκα στό Μοναστήρι τού Αγίου Γερασίμου , καί όσα συνάντησα εντυπώθηκαν βαθειά στό μυαλό μου. Οι άγριες φωνές τών δαιμονισμένων ανθρώπων, οι κραυγές " μ΄ έκαψες Γεράσιμε, μ΄ έκαψες Καψάλη", καί μάλιστα από νέους ανθρώπους πού σπαρταρούσαν στό δάπεδο όταν βγήκαν τά Αγια , ή στήν Παράκληση τού Αγίου , υπήρξαν γιά μένα καταστάσεις μεγάλου προβληματισμού.

Κατάλαβα, ότι εκεί πέρα, συνέβαινε κάτι περισσότερο από αυτό, πού εμείς οι άλλοι μπορούσαμε νά αντιληφθούμε...

Κάποιες "δυνάμεις" πού δέν βλέπαμε, ευρίσκονταν σέ πόλεμο μέ κάποιες "άλλες" ...

Συνέπεσε όμως κι ένα περιστατικό πού κυριολεκτικά μέ καθήλωσε.     
            


Μία κοπέλα, μοντέρνος τύπος, πού από ώρα φώναζε καί βλαστήμαγε, έτρεξε γρήγορα, σάν βέλος θά έλεγα, κι άρπαξε από τά πέτα τού σακακιού του έναν άγνωστό της νεαρό, (πού όπως μάθαμε αργότερα, μόλις πρό δύο ημερών είχε έλθει από τήν Αυστραλία ), καί τραντάζοντάς τον, κυριολεκτικά τόν "ξεσκόνισε ...".
" Ρέ Γιάννη,τού έλεγε, άφησες τήν αραββωνιάρα σου τήν Ντίνα στήν Καμπέρα, κι΄ ήλθες εδώ στόν Καψάλη... Κι΄ είχες καί τήν άλλη, τήν παντρεμένη... Γιατί ρέ, τί καλύτερο βρήκες εδώ πού ήλθες ; Καί στό δρόμο, πήγε νά πέσει καί τό αεροπλάνο πάνω από τήν Σιγκαπούρη ... Εγώ ήμουνα εκείνος ρέ , πού θά τόρριχνα τό αεροπλάνο, αλλά δέν μέ άφησε ο Ναζωραίος μέ τόν Γεράσιμο , καί γλυτώσατε ..."
Ελεγε ονόματα ανθρώπων, αγνώστων της, έλεγε περιστατικά σέ χώρες μακρινές, χιλιάδες μίλια από τήν Κεφαλονιά, ήταν γυναίκα καί έλεγε, εγώ ήμουνα "εκείνος " (γένος αρσενικό), καί τέλος τούς είχε γλιτώσει από τού χάρου τά δόντια ο Χριστός ο Ναζωραίος, καί ο Αγιος Γεράσιμος ...
Αυτή η άγνωστη "δύναμη" λοιπόν, ήτανε "πρόσωπο" , είχε αντίληψη καί διάκριση τών πραγμάτων, έλεγε είμαι "εκείνος", είδα τό ένα, ξέρω τό άλλο, καί μόνο ο Χριστός καί οι Αγιοι μπορούσαν νά τόν βάλουν τελικά στήν άκρη" .


Είναι λοιπόν Θεός αληθινός ο Χριστός , καί οι Αγιοι πού γιά τόν Χριστό εμαρτύρησαν, είναι φορείς δυνάμεως ανώτερης τών δυνάμεων τού σκότους.
Ρώτησα έναν ιερέα πού έμενε από μέρες στό μοναστήρι, καί μού είπε .
"Αυτά πού άκουσες δέν είναι τίποτα, από όσα πραγματικά συμβαίνουν. Τήν κοπέλα αυτή τήν έχουν φέρει από τήν Ξάνθη. Είχε μπλέξει μέ κάτι συμμαθήτριές της καί είχανε πάει σέ κάποιο Χρήστο από τό Γάζωρο νά τούς πεί ...τό μέλλον τους.
Μετά από αυτό, η κοπέλα δαιμονίστηκε, καί τώρα τήν γυρίζουν στά μοναστήρια. Ωρες - ώρες λέει καί μυστικά. Οπως αυτά πού είπε προηγουμένως, στόν νεαρό μέ τό μπέζ σακκάκι.
Πρόσεξε όμως. Οι Αγιοι Πατέρες λένε νά μή έχουμε εμπιστοσύνη σέ δαιμονισμένους. Λένε καμμιά φορά μυστικά, όσα τούς επιτρέπει ο Χριστός νά πούνε, αλλά λένε καί αρκετά δικά τους ψέμματα. Σού λένε πέντε σωστά καί αφού τούς δείξεις τυφλή εμπιστοσύνη, σού πετάνε καί ένα ψέμα κυρίως γιά νά σέ βάλουνε νά σκοτωθείς μέ κάποιους συνανθρώπους σου.
Μόνο σέ εξομολογημένους μέ ειλικρίνεια, μπλοκάρονται...
Φανερώνουν μυστικά, πού δέν είναι εξομολογημένα, καί μάλιστα σέ Ορθόδοξο ιερέα.


Πέρυσι είχα γνωρίσει δυό Ιταλούς Καθολικούς, σοβαρούς καί θεοφοβούμενους κατά τά άλλα, πού όσα είχαν εξομολογηθεί στόν Καθολικό ιερέα τους, όπως μού έλεγαν, τούς τά πέταξε ένας δαιμονισμένος στήν Ζάκυνθο.
Γιατί ήσαν στήν ουσία ανεξομολόγητοι...
Ό δαιμονισμένος ήταν Ελληνας, καί μάλιστα δέν ήξερε καθόλου Ιταλικά, όπως μετά τούς είπε, μέσω γνωστού του πού ήξερε τήν γλώσσα. Τούς έλεγε μάλιστα κρυφές αμαρτίες τους , σέ άπταιστη Ιταλική, καί μέ προφορά Τοσκάνης..."
Ενα σχετικό περιστατικό αναφέρεται στήν Αγία Γραφή, στίς Πράξεις τών Αποστόλων (ΙΘ΄ 13 ). Εκεί, στήν Εφεσσο υπήρχαν επτά πρόσωπα, γυιοί τού Ιουδαίου αρχιερέως ονόματι Σκευά, πού ήσαν εξορκιστές δαιμονιζομένων ανθρώπων, σύμφωνα μέ τό Εβραϊκό τυπικό.
Βλέποντας λοιπόν τήν δύναμη εξουσίας γιά εκβολή δαιμονίων είς τό όνομα τού Ιησού Χριστού, πού χρησιμοποιούσε ο Παύλος, θέλησαν καί αυτοί νά χρησιμοποιήσουν τό όνομα τού Χριστού, χωρίς κατά βάθος νά πιστεύουν σ΄ Αυτόν.
" Αποκριθέν δέ τό πνεύμα τό πονηρόν ", σημειώνει η Γραφή, "είπε, τόν Ιησούν γιγνώσκω καί τόν Παύλον επίσταμαι, υμείς δέ τίνες εστέ;".
Ποιοί είσθε δηλαδή εσείς , πού χρησιμοποιείτε αυτά τά Μεγάλα ονόματα πού όμως δέν πιστεύετε.
".... καί εφαλλόμενος ( καί ορμήσας μέ λύσσα ) επ΄ αυτούς ο άνθρωπος, εν ώ ήν τό πνεύμα τό πονηρόν, καί κατακυριεύσας αυτών ίσχυσε κατ΄ αυτών, ώστε γυμνούς καί τετραυματισμένους ( τούς ξέσχισε δηλαδή ) εκφυγείν εκ τού οίκου εκείνου.... καί επέπεσε φόβος επί πάντας ... καί ήρχοντο εξομολογούμενοι καί αναγγέλλοντες τάς πράξεις αυτών...".                                            
Εδώ, γίνεται καί αναφορά στό μυστήριο τής ιεράς εξομολογήσεως .





Γιά το επόμενο θαύμα, υπάρχει στο αρχείο του ιερού ναού του Αγίου, πρακτικό της 14ης Δεκεμβρίου 1948. Η Αγγελική Παπαφλωράτου είχε γεννηθεί στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς. Το 1948, σε ηλικία 42 χρόνων, ζούσε στην Πάτρα και ήταν άγαμος. Προ δεκαετίας είχε προσβληθεί από δαιμόνιο και, βασανιζόταν αρκετό καιρό. Οι γιατροί δεν μπόρεσαν να τη θεραπεύσουν. Την οδήγησαν όμως οι δικοί της στο ναό του αγίου Γερασίμου, όπου βρίσκεται και το σεπτό του λείψανο και θεραπεύτηκε. Ίσως μερικοί ακούγοντας αυτά να τα θεωρήσουν αστεία και ανάξια προσοχής αλλά είναι σύμφωνα με όσα το Ιερό Ευαγγέλιο λέει ότι έκαμε ό Χριστός, που είπε: «Αμήν, αμήν λέγω ύμιν, ό πιστεύων εις έμέ, τα έργα α εγώ ποιώ κάκείνος ποιήσει, και μείζονα τούτων ποιήσει». Δηλαδή: «Σάς βεβαιώνω ότι όποιος πιστεύει σε μένα τα θαυμαστά έργα που κάνω εγώ θα τα κάμει κι εκείνος και μεγαλύτερα ακόμη από αυτά θα κάμει». Και μόνο ή παραφροσύνη της απιστίας του ορθολογισμού αρνείται την αλήθεια του αγίου Ευαγγελίου.


Τον Όκτώβρη λοιπόν του 1947 προσέβαλε την Αγγελική Παπαφλωράτου ή ίδια δαιμονική νευρική κρίση. Υπέφερε σοβαρά και μόνο κατά μικρά διαλείμματα ησύχαζε κάπως. Την οδήγησαν και πάλι στο ναό του αγίου Γερασίμου, στην Κεφαλλονιά, όπου έμεινε αρκετές μέρες χωρίς όμως να θεραπευτεί. Ξαφνικά μια μέρα, πού τηνέπιασε πάλι ή κρίση, φώναξε τους συγγενείς της πού την συνόδευαν: «Δε θα μείνουμε εδώ. Στό Σπύρο θα πάμε». Οι συγγενείς της την οδήγησαν στο σπίτι της στην Πάτρα χωρίς να θεραπευτεί. Στίς 11 Δεκεμβρίου όμως, πού αρχίζει στην Κέρκυρα ή τριήμερη γιορτή του αγίου Σπυρίδωνος, έφθασε πολύ πρωί στο νησί. Τη συνόδευαν ή μητέρα της και άλλοι συγγενείς της. Την έφεραν στο ναό του αγίου καί, επειδή ήταν ήρεμη, εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία και τήν οδήγησαν στον ιερέα. Εξομολογήθηκε και κοινώνησε τα άχραντα Μυστήρια.


Το απόγευμα της ίδιας μέρας και όλη τη νύχτα έμεινε στο ναό και παρακολούθησε την αγρυπνία. Την άλλη μέρα 12 Δεκεμβρίου, ή Αγγελική Παπαφλωράτου με την επίβλεψη της μητέρας και των συγγενών της παρακολουθούσε την αρχιερατική Θεία Λειτουργία. Ήταν πεσμένη δεξιά στο βάθος του ναοϋ. Την ώρα της Μεγάλης Εισόδου, μόλις οι ιερείς βγήκαν με τα Άγια από τη θύρα του Αγίου Βήματος, ξαφνικά την έπιασε ή δαιμονική νευρική κρίση και φώναξε με φοβερές κραυγές: «Φεύγω, Σπύρο! Φεύγω, Σπύρο!» Ταυτόχρονα βγήκε από το στόμα της σαν λευκός καπνός δυνατή πνοή ανέμου.Ή Αγγελική θεραπεύτηκε. Αμέσως δε πήγε με τα γόνατα μαζί με τη μητέρα της και προ­σκύνησε τα πόδια του αγίου πού ήταν εκτεθει­μένος όρθιος για προσκύνηση, όπως συνηθίζεται αυτές τις μέρες. Το εκκλησίασμα παρακολούθη­σε με έκπληξη όσα έγιναν. Κατάλαβαν όλοι ότι έγινε θαύμα και με δάκρυα και φωνές συγκινή­σεως επικαλούνταν το όνομα του αγίου. Το θαϋμα διαπιστώθηκε και άπο τον Μητροπολίτη πού λειτουργούσε την ώρα εκείνη. Γιατί οι άγρι­ες φωνές της Παπαφλωράτου συντάραξαν όλο το εκκλησίασμα. Άπο τότε ή γυναίκα έμεινε εντελώς υγιής.

ΠΗΓΗ : http://proskynitis.blogspot.gr/2011/08/blog-post_3006.html





Ο πιστός με το τάμα των 10 κατσικών

Το 1928 κάποιος …Χ από το Ξηρόμερο, είχε τάξει στον Άγιο δέκα κατσίκες και όταν του εδόθη ευκαιρία έβαλε τις κατσίκες σε ένα καΐκι και τις μετέφερε στη Σάμη.
Αφού τις έβγαλε από το καΐκι σκεπτόταν πώς θα τις μεταφέρει στην Μονή, διότι δεν γνώριζε τον δρόμο. Αυτοκίνητα δεν υπήρχαν τότε και άλλο μέσον δεν εύρισκε.
Έστεκε συλλογιζόμενος τι να κάμει. Κάποιος άνθρωπος-τον πλησιάζει και του λέγει: «Διατί στέκεις συλλογιζόμενος»; Και αυτός άπαντα, όλη την υπόθεση και την
δυσκολία του. Και αυτός απαντά: «Αυτό σε στενοχωρεί; Μη το σκέπτεσαι καθόλου. Βάλε τις κατσίκες εμπρός σου και συ πήγαινε από πίσω και θα σε οδηγήσει
ο νοικοκύρης. Θα φθάσεις στο Μοναστήρι και δεν θα κουραστείς»· Αυτά του είπε και εξαφανίσθηκε. Κατάλαβε ότι ήταν ο Άγιος και ξεκίνησε με την συμβουλή του.
Και πράγματι οι κατσίκες δεν άλλαξαν δρόμο· Μπήκαν στο πορτόνι και μπήκαν και στάθηκαν στην πόρτα της Εκκλησίας, πού ήταν ο Άγιος μέσα, με τα κεφάλια
σκυμμένα και ακουμπισμένα και οι 10 επάνω στην πόρτα. Όσοι τις είδαν θαύμασαν. Έφθασαν όλες οι Μοναχές να παρακολουθήσουν και ο δωρητής γονατιστός
διηγείτο όσα του συνέβησαν και με δάκρυα άνοιξαν τον Άγιο και τον προσκύνησαν που τα πάντα προφτάνει και προνοεί για τους πιστούς.

ΠΗΓΗ : http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?f=136&t=2880



Το 1785, μία γυναίκα έφερε στο μοναστήρι την εικοσάχρονη θυγατέρα της, «ονόματι Σωσάναν, πάσχουσα εκ πνεύματος πονηρού και κωφαλάλου». Μετά από ένα χρόνο, η κοπέλα είχε αρχίσει να τραγουδάει τη νύχτα και να φωνάζει αλλά την ημέρα «έμενε πάντα κωφάλαλος και διετέλει εις κατάστασιν βλακώδη». 
Ένα απόγευμα, κατά τη διάρκεια του εσπερινού, το κορίτσι άρχισε να φωνάζει και να κλαίει και να προξενεί τόσο θόρυβο, ώστε ο εφημέριος, ονόματι Νεόφυτος, εξοργίστηκε τόσο πολύ που την χτύπησε. Το αποτέλεσμα ήταν η Σωσάνα (Σουζάνα;), να κλαίει και να φωνάζει ακόμη περισσότερο. Την ίδια νύχτα, ο Νεόφυτος, είδε στον ύπνο του ότι ξαφνικά άνοιξε η λάρνακα του Αγίου λειψάνου και ο Άγιος έκανε νεύμα σ' αυτόν να πλησιάσει. Τότε «διά τινός βιβλίου, το οποίον εφαίνετο ότι εκράτει εις χείρας του ο Άγιος, εκτύπησε τον Νεόφυτον εις την κεφαλήν ται τω είπε 'σου επόνεσε; ούτω επόνεσε και εις εμέ το ράπισμα, το οποίον έδωκες χθες εις ασθενή μου Σωσάναν». Μετά από αυτό, ο Νεόφυτος πήγε και ζήτησε συγχώρηση από τον Άγιο και μετά από λίγο «κατέφθασε και η Σωσάνα, σωφρονούσα πλέον και ομιλούσα και κατανυκτικώς προσευχόμενη και ευχαριστούσα τον Άγιον δια την από του πονηρού δαίμονος απολύτρωσίν της». 

ΠΗΓΗ: http://www.kefalonitikanea.gr



Η μεγάλη περιπέτεια και το μεγάλο θαύμα της ζωής μου.Ένα ακόμα συγκλονιστικό θαύμα του Αγίου Γερασίμου Κεφαλληνίας.




Εισαγωγικά.

Στα τέυχη 11 και 12 του περιοδικού «Η Φανερωμένη»: Βηματισμοί από το λόφο της Κυράς, που εκδίδεται κάθε τρεις μήνες από το Σωματείο φίλων Ι.Μ. Παναγίας Φανερωμένης στην Λευκάδα, δημοσιεύτηκε το αυτοβιογραφικό πόνημα του πατέρα Γεράσιμου Ν. Κονιδάρη (του γνωστού σε όλους μας αξιοσέβαστου παπά-Γεράσιμου, που διακόνησε για δεκαετίες τις ενορίες Βαθέος και Κατωμερίου), με τίτλο-«Η μεγάλη περιπέτεια και το μεγάλο θαύμα της ζωής μου».

Σε αυτό περιγράφονται για πρώτη φορά και με αρκετές λεπτομέρειες, όχι μόνον ο βίος του πατρός Γερασίμου, αλλά και η συγκλονιστική ιστορία της ίασής του από τον Αγ. Γεράσιμο της Κεφαλλονιάς. Είτε κάποιος είναι πιστός είτε όχι, η αφήγηση αυτή με τις μεταφυσικές της προεκτάσεις θα τον κάνει να επανεξετάσει την σχέση των θείων με την ίαση.

Το κείμενο  αναδημοσιεύεται απο το ιστολόγιο Meganisi Times.



Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ

Στις 15 Σεπτεμβρίου 2012, εορτή του αγίου Βησσαρίωνος, πολιούχου του Μεγανησίου, ήρθε στο Βαθύ και πρωτοστάτησε στη θεία λειτουργία ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λευκάδος και Ιθάκης, κύριος Θεόφιλος. Για λόγους υγείας δεν παραβρέθηκα στην πανηγυρική θεία λειτουργία. Ο Σεβασμιώτατος όμως Μητροπολίτης μας , με τίμησε ιδαίτερα, ερχόμενος στο σπίτι μου. Μου ζήτησε και με παρότρυνε να διηγηθώ γραπτώς τα γεγονότα της ζωής μου και μάλιστα τη φοβερότερη   περιπέτειά μου. Ζητώ  τη βοήθεια του Θεού, και ξεκινώ να γράφω με δυσκολία, ξεθάβοντας μνήμες που χρόνια κρατούσα θαμμένες βαθιά μέσα μου.

«Τουτο δε το γένος ουκ εκπορεύσεται

ει μη εν προσευχή και νηστεία.»

Ματθαίου κ΄ιζ  στ.21

Γεννήθηκα στο Κατωμέρι Μεγανησίου Λευκάδος, στις 12  Αυγούστου  1930.  O πατέρας μου ονομαζόταν Νικόλαος και καταγόταν  από τον Πόρο Λευκάδος. Η μάνα μου ονομαζόταν Μαρία Καλλινίκου  και καταγόταν από το Κατωμέρι Λευκάδος.  Παντρεύτηκαν το 1928  και εγκαταστάθηκαν έκτοτε στο  Κατωμέρι.  Οι γονείς μου ήταν θρησκευόμενοι άνθρωποι. Εκκλησιάζονταν συνεχώς και κατά  διαστήματα   κοινωνούσαν. Νήστευαν σε όλες  τις καθιερωμένες νηστείες της εκκλησίας μας. Από τη νηστεία δεν εξαιρούσαν κι εμένα. Έτσι από τα μικρά μου χρόνια μου έδωσαν χριστιανική ανατροφή. Ήμουν ήσυχο παιδί, όμως για τις μικρές αταξίες που έκανα, με τιμωρούσε ο πατέρας μου με μαλώματα και κανένα χαστουκάκι.  Η  μάνα μου με υπεραγαπούσε, σαν μοναχοπαίδι που ήμουν.

Στον πατέρα μου, που ήταν γεωργός, άρεσε πολύ η τάξη και η δικαοσύνη  και  προσπαθούσε από τη μικρή μου ηλικία  να μου μεταδώσει τις αξίες του και τις  καλές του συνήθειες. Φοίτησα στο Δημοτικό σχολείο Κατωμερίου. Πολλές φορές ο δάσκαλός μου κ.. Μπακόλας με συνέχαιρε για την τάξη και την καθαριότητα που υπήρχε στα τετράδια και τα βιβλία μου. Αυτό θύμωνε τους συμμαθητές και φίλους μου, που συνεχώς με φοβέριζαν ότι κάποτε θα μου τα μουτζουρώσουν όλα.  Οι γονείς μου είχαν μεγάλο ενδιαφέρον για μένα, είχαν όνειρα για το μέλλον μου κι αγωνίζονταν ώστε να μη στερούμαι τίποτε. Όταν ήμουν στην Έκτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου, έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο σχετικό με ιεραποστόλους. Από τότε γεννήθηκε μέσα μου ο πόθος της ιεραποστολής. Ονειρευόμουν να σπουδάσω θεολογία και να γίνω ιεραπόστολος στην Αφρική.

Σε ηλικία δέκα ετών ο πατέρας μου με πήγε και χειρουργήθηκα στην Πάτρα. Μετά από ένα χρόνο με πήγε και ξαναχειρουργήθηκα.  Στη διάρκεια του εμφυλίου, στα δύσκολα εκείνα χρόνια, χειρουργήθηκα τέσσερις φορές ακόμη. Έκανα συνολικά έξι χειρουργικές επεμβάσεις.

Ένα από τα γεγονότα της παιδικής μου ηλικίας που χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη μου και μου έμεινε αξέχαστο είναι το εξής:

Το καλοκαίρι του 1943 ήρθαν οι Γερμανοί κι εγκαταστάθηκαν στο Βαθύ Μεγανησίου.  Το απόγευμα της μέρας που ήρθαν, οι γονείς μου κι εγώ βρισκόμασταν στο αμπέλι μας, λίγο έξω από τα τελευταία σπίτια του Βαθιού. Εκεί ο πατέρας μου, εκτός από το αμπέλι, διατηρούσε κι έναν μικρό κήπο με λαχανικά.  Κάποια στιγμή είδα να πλησιάζει  στο αμπέλι  μας ένας μεγαλόσωμος Γερμανός. Παρ’ όλο που η είσοδος ήταν ανοιχτή, έσπασε τους ξύλινους μπάλους με τα χέρια του και με κλωτσιές γκρέμισε τη λιθιά του αμπελιού μας. Μπήκε μέσα και ποδοπάτησε όλα τα λαχανικά που καλλιεργούσε ο πατέρας μου στον κήπο.  Μετά μπήκε στο αμπέλι με τα κλήματα. Τα έσπαγε και φώναζε με όλη του τη δύναμη. Ο πατέρας μου, νομίζοντας ότι ο Γερμανός ήθελε  καλά σταφύλια,  έκοψε τα καλύτερα σταφύλια μας και του τα έδωσε. Εκείνος του τα πέταξε στο πρόσωπο και άρχισε να τον κλωτσά. Ο πατέρας μου έπεσε κάτω βογκώντας από τους πόνους. Ο Γερμανός τότε  άρπαξε εμένα από το στήθος ουρλιάζοντας κι έβαλε το πιστόλι του στο κεφάλι μου. Η μάνα μου έντρομη έπεσε αμέσως στα πόδια του και τον παρακαλούσε να μη με σκοτώσει. Τις έδωσε κι αυτής μερικές κλωτσιές  κι έπεσε λιπόθυμη. Εμένα  με πέταξε με βαρβαρότητα πάνω στα κλήματα κι έφυγε. Οι γείτονες από τα διπλανά αμπέλια κι από τα τελευταία σπίτια του χωριού, παρακολουθούσαν έντρομοι. Φαίνεται  ότι ο Γερμανός το έκανε αυτό για να τρομοκρατήσει τους κατοίκους. Ήμουν τότε δέκα τριών χρονών κι αυτό το γεγονός χαράχτηκε στην ψυχή μου.  Φοβήθηκα  πολύ.  Τις νύχτες έβλεπα εφιάλτες  και ξυπνούσα έντρομος  για  πολύ καιρό.

Το 1944 εγκαταστάθηκα στην πόλη της Λευκάδος, για να  φοιτήσω στο οχτατάξιο Γυμνάσιο. Γράφτηκα αμέσως και στα Κατηχητικά σχολεία   και παρακολουθούσα  το μέσο,  που αντιστοιχούσε στην ηλικία μου , αλλά και το ανώτερο. Γράφτηκα και στις χριστιανικές ομάδες , που είχε οργανώσει ο τότε  Ιεροκήρυκας, πατήρ Νικηφόρος  Δεδούσης. Ο πατήρ Νικηφόρος   με αγάπησε ιδιαίτερα και με σύστησε στον τότε μητροπολίτη Λευκάδος και Ιθάκης Δωρόθεο. Και οι δύο με φρόντισαν, με συμβούλευαν και με προστάτευαν από διάφορα παραστρατήματα της παιδικής ηλικίας. Ήμουν πολύ ευχαριστημένος από την επικοινωνία που είχα μαζί τους και με ευχαριστούσε ιδιαίτερα και η επικοινωνία  με τα άλλα παιδιά του κατηχητικού και των χριστιανικών ομάδων.

Στο Γυμνάσιο δεν ήμουν από τους πρώτους μαθητές, αλλά ήμουν πολύ επιμελής και τακτικός σε όλα. Κάποια μέρα εκμυστηρεύτηκα στον μητροπολίτη και στον ιεροκήρυκα, τον πόθο που είχα από την έκτη τάξη του Δημοτικού, να σπουδάσω Θεολογία, να γίνω άγαμος κληρικός και να πάω ιεραπόστολος στην Αφρική. Ο Δεσπότης μου είπε: «Να σε βοηθήσει ο Θεός να πραγματοποιηθεί ο πόθος σου, αλλά να ξέρεις ότι, αυτό που θέλουμε δεν πραγματοποιείται πάντα. Ο Θεός μπορεί να έχει άλλο σχέδιο για σένα».

Ήθελα ο πόθος μου αυτός να μη γίνει γνωστός. Όμως έγινε. Ο πειρασμός μπήκε σε ενέργεια. Οι συμμαθητές και οι συμμαθήτριές μου, άρχισαν τα πειράγματα. Μου έλεγαν: «Δεν λυπάσαι τα νιάτα σου; Θέλεις να τα κρύψεις μέσα στα γένια και στα ράσα;» Και πολλά άλλα πειράγματα μου έκαναν. Παραξενεύονταν, γιατί την εποχή εκείνη κληρικοί γίνονταν άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας.

Ο μεγαλύτερος όμως πειρασμός ήταν η αντίδραση και η στενοχώρια των γονιών μου, όταν το έμαθαν. Ο πατέρας μου είχε στενές σχέσεις με τον μακαριστό Δεσπότη Δωρόθεο. Κάποια μέρα πήγε στο γραφείο του και τον παρακάλεσε να βοηθήσει να μην φύγω,  να γίνω κληρικός, αφού το ήθελα τόσο πολύ, αλλά έγγαμος. Ο μακαριστός Δεσπότης του υποσχέθηκε με τον χαρακτηριστικό του τρόπο, ότι αν έφευγα, θα με έφερνε πίσω ο ίδιος με χειροπέδες και χωροφύλακα.

Το 1948 στις 10 Μαϊου πήγα μόνος μου στον Πόρο, το χωριό του πατέρα μου, που γιόρταζε πανηγυρικά τη γιορτή του Αγίου Νικολάου. Εκεί ευχαριστήθηκα πολύ με την επικοινωνία που είχα με τους θείους μου, τα ξαδέρφια και τους φίλους μου.

Την άλλη μέρα μπήκα στο λεωφορείο για να κατεβώ στην πόλη και να πάω στο γυμνάσιο. Καθόμουν στα πρώτα καθίσματα. Σε κάποια στιγμή κι ενώ τα παράθυρα του λεωφορείου ήταν κλειστά, είδα να έρχεται κατά πάνω μου μια δέσμη  καπνού, που μύριζε πολύ άσχημα. Ρώτησα τον διπλανό μου: «Είδες καπνό να μπαίνει στο λεωφορείο; Μυρίζεις κάτι άσχημο;» Εκείνος μου απάντησε αρνητικά. Αμέσως το σώμα μου μούδιασε και ένιωσα να καίγομαι  σα να βρισκόμουν σε καμίνι. Με κυρίευσε θυμός και κακία. Σκεφτόμουν να πετάξω έξω τον οδηγό, να πάρω το τιμόνι, να ρίξω το λεωφορείο σε γκρεμό και να σκοτώσω όλους τους επιβάτες. Μετά σκεφτόμουν, στη Λευκάδα που θα πήγαινα, να κάψω τις εκκλησίες και τη μητρόπολη, που έμενε ο Δεσπότης. Έλεγα πως θα τα καταφέρω, γιατί έχω βοηθούς. Σε λίγο  μου έφυγαν αυτές οι σκέψεις και είπα στον εαυτό μου: «Τρελάθηκες, τι είναι αυτά που σκέφτεσαι;»

Φτάνοντας στην πόλη δεν ένιωθα καλά. Πήγα στο σπίτι που έμενα και ζήτησα να βάλω θερμόμετρο. Είχα σαράντα πυρετό. Αυτός ο πυρετός με  κράτησε μια ολόκληρη εβδομάδα. Εν τω μεταξύ ο  πατέρας μου ήρθε στη Λευκάδα κι έφερε δύο γιατρούς να με εξετάσουν. Ο πυρετός όμως δεν έπεφτε, παρά τα φάρμακα και τις ενέσεις που μου έκαναν και οι γιατροί απορούσαν. Τα βράδια ταραζόμουν και χτυπούσα  τα χέρια και το κεφάλι μου στον τοίχο του δωματίου. Τέλος, οι γιατροί συμπέραναν, ότι θα είχα κάποια νευρολογική νόσο και  συνέστησαν στον πατέρα μου να με πάει στην Αθήνα σε νευρολόγο.

Επειδή δεν μπορούσα να παρακολουθώ πια τα μαθήματα του σχολείου μου, επιστρέψαμε με τον πατέρα μου στο χωριό. Μόλις μπήκα στο σπίτι μου, με κυρίευσε μια ασυγκράτητη ορμή κι έτρεξα βρίζοντας και βλασφημώντας στο δωμάτιο, που ήταν τα εικονίσματα. Τα πέταξα όλα και τα έσπασα στο δάπεδο.

Κλωτσούσα και τσάκιζα διάφορα αντικείμενα του σπιτιού μου. Η μάνα μου τρομαγμένη  έκανε το σταυρό της . Αμέσως κυριεύτηκα από τρομερό μίσος εναντίον της  κι έτρεξα, την έπιασα από το λαιμό και προσπαθούσα να την πνίξω. Ο πατέρας μου τρομαγμένος κι αυτός ζήτησε βοήθεια από τους γείτονες για να με κρατήσουν.

Εγώ με άγριο τρόπο απευθύνθηκα στη μάνα μου και τη ρώτησα: «Πώς σε λένε μωρή;» Εκείνη έκανε το σταυρό της και δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια της.  « Μαρία», μου είπε. Όταν άκουσα το όνομα Μαρία, αισθάνθηκα τόσο μίσος εναντίον της, που ξέφυγα από τα χέρια εκείνων που με κρατούσαν και φώναξα: «Εσένα θα σε σφάξω» κι έψαχνα να βρω μαχαίρι. Δεν βρήκα, γιατί ο πατέρας μου είχε κρύψει όλα τα μαχαιροπήρουνα και  τα εργατικά του  εργαλεία. Βλαστημούσα και  της έλεγα:  « Γιατί, μωρή, έχεις αυτό το όνομα που μας καίει;»

Όλα αυτά ο πατέρας μου τα έκανε γνωστά στον μακαριστό Δεσπότη Δωρόθεο. Εκείνος του έδωσε μια επιστολή και του συνέστησε να με πάει εκ μέρους του στον νευρολόγο ψυχίατρο κ. Ασπιώτη, ιδρυτή και πρόεδρο του ινστιτούτου «Ιατρικής Ψυχολογίας και Ψυχικής Υγιεινής».

Πήγαμε στην Αθήνα στον κ. Ασπιώτη, ο οποίος   για δέκα συνεχείς ημέρες μου έκανε νευρολογικές και ψυχολογικές εξετάσεις. Στο τέλος μου είπε: «Δεν βλέπω να έχεις τίποτε, όμως  θα σε στείλω και στον καθηγητή τον  κύριο Πατρίκιο να σε εξετάσει.»

Του τηλεφώνησε και τη άλλη μέρα στις οχτώ το πρωί μας δέχτηκε στο ιατρείο του.  Μπαίνοντας μέσα, ο καθηγητής Πατρίκιος μου είπε: «Στάσου απέναντί μου όρθιος.» Με κοίταξε δυο τρεις φορές από το κεφάλι μέχρι τα πόδια και  είπε: «Κάθισε και πες μου τι σου συμβαίνει.» Του είπα όλα όσα έκανα με λεπτομέρειες. Συμπλήρωνε και ο πατέρας μου. Με εξέτασε λεπτομερώς νευρολογικά και ψυχολογικά για πολύ ώρα και μας είπε να ξαναπάμε πάλι την επόμενη μέρα στο ιατρείο του.

Την άλλη μέρα στο ιατρείο του βρισκόταν κι άλλος γιατρός, τον οποίο μας συνέστησε ως κ. Γούσια. Του είπε: «Εξέτασέ τον με την δική σου μέθοδο». Ο κ. Γούσιας με εξέτασε πάρα πολύ ώρα, ώσπου του είπα: «Δεν αντέχω άλλο γιατρέ, άφησέ με.» Μας είπαν τότε να περιμένουμε στο σαλόνι και οι ίδιοι έμειναν στο ιατρείο για να συζητήσουν την κατάστασή μου. Όταν τελείωσαν, ο καθηγητής κ. Πατρίκιος  μας κάλεσε μέσα και απευθυνόμενος σε μένα, είπε: «Δεν έχεις τίποτε, είσαι εντελώς υγιής». Τον ρώτησα: «Κύριε καθηγητά, γιατί κάνω αυτές τις ταραχές; Τα κάνω όλα αυτά και  τα λέω παρακινούμενος από μια εσωτερική δύναμη. Τα παρακολουθώ όλα αυτά σαν ψυχρός θεατής, χωρίς αισθήματα. Και μετά τα θυμάμαι όλα και νομίζω ότι δεν έκανα εγώ τίποτε  και δεν αισθάνομαι  καθόλου ντροπή.» Ο καθηγητής μου απάντησε: «Αυτό μας δυσκολεύει κι εμάς. Όπως σου είπαμε και οι δυο μας δεν έχεις τίποτε απολύτως.»

Φύγαμε κι επιστρέψαμε  στον κ. Ασπιώτη για να του πούμε τα καθέκαστα. Μαζί μας ήταν κι ένας συγγενής μας από το Βαθύ, ο Ιωάννης Κατωπόδης ή Βεζενές. Αυτός όταν ήρθε στο χωριό, έλεγε σε όλους, ότι οι γιατροί δεν μου βρήκαν τίποτε. Ο κύριος Ασπιώτης μας είπε ότι μίλησε με τους δύο προηγούμενους γιατρούς και απευθυνόμενος σε μένα μου είπε: «Νεαρέ μου,  έχεις τη γνώμη τριών ιατρών. Είσαι τελείως υγιής.»  «Γιατρέ μου» του είπα, « πιστεύω ότι κάτι έχω. Τι είναι αυτό, δεν ξέρω.» Μου απάντησε: «Θέλω να πιστεύεις ότι είσαι πολύ καλά. Αν μπορείτε καθίστε λίγες μέρες στην Αθήνα. Αν σου συμβεί κρίση, ας μου τηλεφωνήσει ο πατέρας σου και θα έρθω αμέσως. Το  θέλεις;» Του είπα: «Το θέλω κι απορώ, που τόσες μέρες  δεν είχα κάποια κρίση.»  Καθίσαμε περίπου άλλες δέκα μέρες στην Αθήνα.

Όταν  επιστρέψαμε στο χωριό οι κρίσεις επανήλθαν . Οι περισσότερες μου συνέβαιναν τη νύχτα. Οι γείτονες έρχονταν στο σπίτι και με κρατούσαν. Μερικούς προσπαθούσα να τους χτυπήσω. Ο πατέρας μου γνωστοποίησε την κατάστασή μου στον μακαριστό Δεσπότη μας  Δωρόθεο, εκείνος ενημέρωσε τον κ. Ασπιώτη  κι εκείνος τον καθηγητή Πατρίκιο. Όλοι συμφώνησαν ότι πρέπει να επιστρέψουμε στην Αθήνα, για να μπω στο Αιγινίτειο νοσοκομείο, γιατί μπορεί να είχα νευρασθένεια.

Στις 29 Ιουνίου, εορτή των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, πολιούχων του Κατωμερίου, είχε έρθει ο μακαριστός Δεσπότης Δωρόθεος και τελούσε την πανηγυρική θεία λειτουργία. Εγώ ήμουν στην εκκλησία και παρακολουθούσα ήσυχος .  Καμάρωνα τον Δεσπότη που λειτουργούσε ταπεινά και με πολλή ευλάβεια . Στην ώρα της μεγάλης  εισόδου  μνημόνευσε ονόματα ζώντων και τόνισε υπέρ υγείας και σωτηρίας του δούλου σου Γερασίμου. Αυτομάτως τότε ένιωσα στο σώμα μου μια φοβερή δύναμη, με έπιασε μεγάλη ταραχή και έπεσα στο δάπεδο του ναού σπαράζοντας. Έτριζα τα δόντια μου , έβγαζα αφρούς από το στόμα  και βλαστημούσα χτυπώντας το κεφάλι μου στο δάπεδο. Από το εκκλησίασμα έτρεξαν μερικοί χεροδύναμοι άντρες και με δυσκολία με έβγαλαν έξω. Με ξάπλωσαν στο πεζούλι της εκκλησίας κι έπεσαν επάνω μου , γιατί η ταραχή μου ήταν πολύ έντονη. Μετά από λίγο συνήλθα και με πήγαν βαστάζοντας στο σπίτι μου.

Εκεί οι ταραχές άρχισαν πιο έντονες.  Φώναζα, μούγκριζα σαν βόδι, γάβγιζα σαν σκύλος κι ούρλιαζα σαν λύκος. Από τις πολλές φωνές έσπασαν οι φωνητικές μου χορδές κι έβγαζα αφρούς με αίμα. Μετά λιποθύμησα και με ξάπλωσαν στο κρεβάτι. Οι άνθρωποι που με είχαν φέρει, δεν έφυγαν από το σπίτι. Συνήλθα και μετά από λίγο  σηκώθηκα και έτρεξα να πνίξω τη μάνα μου, βρίζοντας και βλαστημώντας την. «Γιατί, μωρή, έχεις αυτό το όνομα; Εσύ μου κάνεις κακό με το όνομά σου. Θα σε πνίξω». Μετά ησύχασα.

Ο Δεσπότης τελειώνοντας τη θεία λειτουργία, ήρθε στο σπίτι μας κατασυγκινημένος. Μου διάβαζε τους εξορκισμούς και ξαφνικά με έπιασε ταραχή μεγάλη. Τον βλαστημούσα, έβριζα με άσχημα λόγια ως και τη στολή που φορούσε στη λειτουργία και προσπαθούσα να τον χτυπήσω. Τον έφτυνα και μουγκρίζοντας του είπα. «Εμείς είμαστε. Ούτε εσύ μπορείς να μας βγάλεις, ούτε ο Καψάλης, που θέλεις να μας στείλεις στο καμίνι του. Να ξέρεις ότι θα πνίξουμε το καϊκι στη θάλασσα, αν τον πάτε στον Καψάλη. Εμείς δεν φεύγουμε. Είμαστε οι δυνατοί». Ο μακαριστός Δεσπότης και οι παρευρισκόμενοι με δάκρυα  έκαναν τον σταυρό τους. Αφού τελείωσε τους εξορκισμούς ο μακαριστός Δωρόθεος, είπε στον πατέρα μου: «Νικολάκη μου, φάνηκε η αιτία που κατατυραννάει τον Γερασιμάκη μας. Είναι πνεύμα πονηρό. Θα κάνετε νηστεία και προσευχές και να έχετε πίστη, ότι ο Θεός θα σας ελεήσει. Να νηστέψουν και να προσεύχονται  και οι συγγενείς σου κι όσοι άλλοι μπορούν».

Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη συγκινητική συμπαράσταση σε μένα και την οικογένειά μου των συγγενών και συγχωριανών μου. Οι περισσότερες οικογένειες συγγενικές ή μη από το Κατωμέρι και το Βαθύ και όλες οι οικογένειες από τον Πόρο, έκαναν για μεγάλο διάστημα αλάδωτη  νηστεία   και προσεύχονταν για μένα. Πήγαιναν στις εκκλησιές του Μεγανησίου και του Πόρου, άναβαν τα καντήλια κι έκαναν τάματα στον Άγιο Γεράσιμο για τη θεραπεία μου. Πολλά δάκρυα χύθηκαν και πολλές προσευχές έφτασαν στον ουρανό για μένα, εκείνη την  περίοδο, τη δυσκολότερη της ζωής μου.

Τέλος Αυγούστου ή αρχές Σεπτεμβρίου, ξεκινήσαμε ο πατέρας μου κι εγώ για την  Κεφαλλονιά με το καϊκι του Γρηγόρη   Βερύκιου από το Νυδρί. Μαζί μας ήρθαν και τα δυο αδέρφια του πατέρα μου, από τον Πόρο.

Επειδή έκανα μικροταραχές, με κατέβασαν στο αμπάρι του καϊκιού. Βλαστημούσα τον Άγιο Γεράσιμο και φώναζα: «Μην μας πάτε στον Καψάλη». Όταν φτάσαμε ανάμεσα στο χωριό Σταυρός της Ιθάκης και στην Κεφαλλονιά κι ενώ η θάλασσα είχε πολύ λίγα κυματάκια,  τραντάχτηκε άγρια το καϊκι, σαν να το χτυπούσαν δυνατά κύματα, έσπασε το τιμόνι κι έσβησε η μηχανή. Εγώ μέσα στο αμπάρι, γελούσα παράξενα και χοροπηδούσα. Ξαφνικά έβγαλα δυνατή φωνή και είπα: «Μωρέ Καψάλη, θα σε τσακίσουμε, θα σε συντρίψουμε μέσα στην κάσα σου.» Μέχρι τότε δεν γνώριζα ότι οι δαιμονισμένοι έλεγαν τον Άγιο Γεράσιμο Καψάλη. Το έμαθα αργότερα στο μοναστήρι του.

moni_agiou_gerasimou_kefalonias_054

Στη Σάμη, όταν φτάσαμε, δυσκολεύτηκαν πολύ να με βγάλουν από το καϊκι και να με βάλουν στο ταξί. Πηγαίνοντας για το μοναστήρι φτάσαμε στο ύψωμα που λέγεται Αγραπιδιά. Από εκεί φάνηκε ο κάμπος των Ομαλών και το μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου.  Άρχισα τότε να βλαστημάω, να μουντζώνω και να φτύνω το μοναστήρι. Με δυνατές κραυγές φώναζα: «Καψάλη, είσαι αδύνατος. Εμείς είμαστε οι δυνατοί που κυβερνάμε τα πάντα. Φτούσου, Καψάλη, φτούσου, αυτού που σε έχουν». Όταν φτάσαμε στο πηγάδι με τον πλάτανο, που ο ίδιος ο Άγιος Γεράσιμος έχει φυτέψει, ο οδηγός του αυτοκινήτου δεν μπορούσε να κρατήσει ίσια το αυτοκίνητο και του έφευγε πότε αριστερά και πότε δεξιά στο δρόμο. Έκανε το σταυρό του και τότε τον βλαστήμησα άγρια και προσπάθησα να τον χτυπήσω.

Φτάνοντας στην είσοδο του μοναστηριού με έβγαλαν έξω με μεγάλη δυσκολία. Μπαίνοντας μέσα στην αυλή ησύχασα. Εκεί μας δέχτηκαν με πολλή  καλοσύνη και  συμπάθεια. Ο πατέρας μου γνωστοποίησε την όλη κατάστασή μου στον Αρχιμανδρίτη Πανάρετο Μοσχονά, στην ηγουμένη Θεονύμφη και σε κάποιες μοναχές που βρίσκονταν εκεί. Η ηγουμένη είπε στον πατέρα μου: « Να έχεις πίστη στον Θεό και στον Άγιο Γεράσιμο. Σε διαβεβαιώνω ότι,  οι σαράντα δύο μοναχές του μοναστηριού κι εγώ θα προσευχηθούμε στον Άγιο Γεράσιμο, να θεραπεύσει το παιδί σου. Από σήμερα και για όσο καιρό θα είστε στο μοναστήρι, θα τρώτε μαζί μας και θα νηστεύουμε  αλάδωτα. Και πιστεύω, ότι ο Άγιος θα κάνει το  θαύμα του».

Στις 13 Σεπτεμβρίου, παραμονή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, ξαφνικά κι ενώ βρισκόμουν στο κελί μου,  με έπιασε μεγάλη ταραχή. Χτυπούσα το κεφάλι μου στον τοίχο, έπιανα με τα χέρια το λαιμό μου για να πνιγώ, φώναζα, βλαστημούσα και ούρλιαζα σαν θηρίο. Ο πατέρας μου φώναξε βοήθεια και ήρθαν στο κελί στρατιώτες, που είχαν έδρα το μοναστήρι, γιατί γίνονταν τότε εκκαθαρίσεις ανταρτών. Με έπιασαν με ξάπλωσαν με δυσκολία, με κρατούσαν πολύ δυνατά, αλλά επειδή όλο και τους ξέφευγα με έδεσαν στο κρεβάτι. Οι μοναχές εκείνη την ημέρα γονατιστές μπροστά στο σκήνωμα του  Αγίου Γερασίμου προσεύχονταν για εμένα  και όσοι προσκυνητές βρίσκονταν στο μοναστήρι, παρακαλούσαν τον Άγιο Γεράσιμο να κάνει το θαύμα του. Τα μουγκρητά μου και οι βλαστήμιες στον Άγιο, στους ιερείς που λειτουργούσαν  και  στις μοναχές, ακούγονταν σε όλο τον χώρο του μοναστηριού, αλλά και έξω από αυτό.

Ήρθε τότε στο κελί μου  ο πατήρ Πανάρετος  με τον αναγνώστη Πολύκαρπο. Μου διάβαζε τους εξορκισμούς και με σταύρωνε με τον ξύλινο σταυρό ,που ο άγιος  είχε στη ζωή του. Όσο με διάβαζε και με σταύρωνε ο πατήρ Πανάρετος, οι ταραχές μου γίνονταν πιο έντονες, ώστε σε κάποια στιγμή αναποδογύρισα το κρεβάτι και τους στρατιώτες που με κρατούσαν. Με σήκωσαν , ηρέμησα και άρχισα να δείχνω έναν έναν τους στρατιώτες και να αποκαλύπτω, ότι άσχημο είχε κάνει ο καθένας από αυτούς στη ζωή του. Αργότερα  όλοι οι στρατιώτες , είπαν στον πατέρα Πανάρετο, ότι αυτά που φανέρωσα, ήταν όλα αληθινά.

Με ρώτησε τότε ο πατήρ Πανάρετος: «Εσύ που τα ξέρεις όλα, πες μας λοιπόν πού βρίσκονται κρυμμένοι οι αντάρτες»; Τους αποκάλυψα το μέρος, χωρίς βέβαια εγώ να το γνωρίζω και τους είπα ότι σε τέσσερις μέρες θα έρθουν στο μοναστήρι του Καψάλη. Πράγματι σε τέσσερις μέρες έφεραν έξι κεφάλια ανταρτών, που τους βρήκαν και τους σκότωσαν στο μέρος που εγώ τους είχα αποκαλύψει. Ο πατήρ Πανάρετος με ξαναρώτησε «Εσείς πότε θα φύγετε από τον Γεράσιμο; Σας εξορκίζω στο όνομα της Αγίας Τριάδος». Η απάντηση ήταν: «Αυτός ο πόλεμος αφορά εμάς. Είμαστε οι δυνατοί εμείς κι ο Καψάλης δεν θα μπορέσει να μας βγάλει από εδώ». Αμέσως με έπιασε μεγάλη ταραχή. Βλαστημούσα τον Άγιο και  τις μοναχές και τις έβριζα με πολύ άσχημα λόγια. Μετά έπεσα λιπόθυμος(….).

(…)Συνήλθα μετά από ώρα και το απόγευμα σαν να μην είχε συμβεί τίποτε, έπαιζα μπάλα με τους στρατιώτες. Σε κάποια στιγμή ανέβηκα τροχάδην τα σκαλοπάτια του ψηλού καμπαναριού και με το κεφάλι μου σήμαινα την καμπάνα. Όλοι φοβήθηκαν ότι θα έπεφτα και θα σκοτωνόμουν. Όμως κατέβηκα ήσυχα και συνέχισα να παίζω μπάλα.

Εκείνη τη νύχτα είδα ένα παράξενο όνειρο και ξύπνησα  τρομαγμένος. Είδα ότι με πλησίασε ένας γέροντας καλόγερος,  άνοιξε με τα χέρια του το στόμα μου και έβγαλε από μέσα ένα μεγάλο φίδι, που  το πέταξε στο έδαφος. Εκείνο όρμησε κατά πάνω του. Ο καλόγερος το σταύρωσε με το χέρι του και το φίδι  χάθηκε. Μου είπε τότε: «Έχεις κι άλλα δύο φίδια μέσα σου. Μη φοβάσαι θα βγουν κι αυτά.»

Το πρωί είπα το όνειρό μου στον πατέρα μου, στον πατέρα Πανάρετο και στην ηγουμένη. Αυτοί μου έδωσαν θάρρος και μου είπαν: «Έχε πίστη στον Άγιο Γεράσιμο κι αυτός θα κάνει το θαύμα του». Από εκείνη τη μέρα ήμουν ήσυχος.

Στις 20 Σεπτεμβρίου την ημέρα της  γιορτής του Αγίου Ευσταθίου, εκκλησιάστηκα ήσυχος και παρακολουθούσα τη θεία λειτουργία, την οποία τελούσε ο πατήρ Σπυρίδων Λιναρδάτος. Ξαφνικά σε κάποιο σημείο της θείας λειτουργίας με έπιασε μεγάλη ταραχή. Αισθάνθηκα μια τρομερή δύναμη μέσα μου κι έτρεξα βλαστημώντας να σπάσω με το  κεφάλι μου  τη λάρνακα του Αγίου. Κάποιοι από τους εκκλησιαζόμενους ήρθαν και με κρατούσαν, ενώ εγώ προσπαθούσα να τους ξεφύγω και φώναζα: «Καψάλη θα σε λιώσουμε». Έτρεξαν οι στρατιώτες και με δυσκολία με ξάπλωσαν μπροστά στη λάρνακα του Αγίου και με κρατούσαν. Άρχισα  να βλαστημάω και να φωνάζω δυνατά: «Θα σε λιώσουμε Καψάλη. Είμαστε οι δυνατοί του κόσμου. Καψάλη, δεν θα νικήσεις». Έβγαλα   πολύ δυνατές φωνές, σαν πληγωμένο θηρίο. Ησύχασα για λίγο και ξαναφώναξα: «Καψάλη, μας έκαψες». Όλο το εκκλησίασμα προσευχόταν γονατιστό  κι έλεγαν:  « Άγιε, Γεράσιμε, κάνε το θαύμα σου».

Κάποια  στιγμή, κι ενώ βρισκόμουν σε μεγάλη ταραχή, αισθάνθηκα  να βγαίνει από μέσα μου κάτι σαν φωτιά. Τα παράθυρα της εκκλησίας έτριζαν, σαν να γινόταν μεγάλος σεισμός. Είδα τότε μια πυκνή δέσμη μαύρου καπνού να πηγαίνει προς το παράθυρο, που ήταν πάνω από το αναλόγιο. Το παράθυρο έσπασε σε χίλια κομμάτια, τα καντήλια της εκκλησίας πήγαιναν  πέρα δώθε λες και κάποιο αόρατο χέρι τα κουνούσε με δύναμη. Τα δε καμπανάκια που βρίσκονται στη βάση της  λάρνακας πάνω από τον τάφο του Αγίου, κουδούνιζαν μόνα τους. Μετά  έπεσα λιπόθυμος.

Η θεία λειτουργία γινόταν με δυσκολία. Όταν ο πατήρ Σπυρίδωνας Λιναρδάτος που λειτουργούσε, είπε το «μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε» αισθάνθηκα μια απαλή, γλυκιά δύναμη να με σηκώνει και να με πηγαίνει προς τον ιερέα που κρατούσε το άγιο ποτήρι. Τότε ο πατήρ Σπυρίδων μου είπε:

«Έλα, Γεράσιμε να σε κοινωνήσω.» Αφού κοινώνησα αισθάνθηκα σαν  να αναγεννήθηκα, σαν να ήμουν άλλος άνθρωπος. Το θαύμα είχε γίνει. Το εκκλησίασμα δόξαζε και ευχαριστούσε τον Θεό και τον Άγιο Γεράσιμο. Ο πατήρ Σπυρίδων μετά το «δι’ ευχών» είπε στο εκκλησίασμα. «Θα διαβάσουμε την παράκληση και θα ψάλλουμε τους χαιρετισμούς του Αγίου μας, για να τον ευχαριστήσουμε, που έκανε καλά τον Γεράσιμο».

Η είδηση για το θαύμα μεταδόθηκε σε όλη την Κεφαλλονιά. Ο τότε μητροπολίτης Κεφαλληνίας, μακαριστός Γερμανός Ρουμπάνης με τον μακαριστό ιεροκήρυκα Ιερόθεο Βουή , τον μετέπειτα μητροπολίτη  Κεφαλληνίας, με τον Δήμαρχο Αργοστολίου, με δυο ιερείς και τρεις λαϊκούς, ήρθαν στο μοναστήρι. Ο μητροπολίτης κάλεσε τους ιερείς της μονής, την ηγουμένη Θεονύμφη, κάποιες  άλλες μοναχές και μερικούς λαϊκούς, που ήταν παρόντες στην εκκλησία την ώρα που έγινε σε μένα το θαύμα του Αγίου Γερασίμου, να του διηγηθούν όσα είδαν και άκουσαν. Συνέταξε συνοπτική έκθεση του θαύματος και την υπέγραψαν. Το θαύμα αυτό του Αγίου Γερασίμου, που έγινε σε μένα το δημοσίευσαν οι εφημερίδες: «Πελοπόννησος» Πατρών, τα περιοδικά «Σπίθα» και «Σταυρός’ και κάποια Αθηναϊκή εφημερίδα, το όνομα της οποίας δεν θυμάμαι.

Πολλοί Κεφαλλονίτες έρχονταν τότε στο μοναστήρι, άλλοι μόνοι τους, κυρίως νέοι, άλλοι με τις οικογένειές τους για να δουν και να μιλήσουν με τον θεραπευμένο πλέον Γεράσιμο και να μάθουν από τις μοναχές, από τους ιερείς και από όσους βρισκόταν στην εκκλησία την ώρα του θαύματος, λεπτομερώς πώς  συνέβηκε.

Όταν το νέο για τη θεραπεία μου, έφτασε στο Μεγανήσι, η χαρά του κόσμου ήταν απερίγραπτη. Όλοι δοξολογούσαν τον Θεό κι ευχαριστούσαν με δάκρυα τον Άγιο της Κεφαλλονιάς.

Οι Μεγανησιώτες πάντα ευλαβούντο τον Άγιο Γεράσιμο. Μετά όμως από τα θαύμα της θεραπείας μου, ανέπτυξαν μια   δυνατότερη αγαπητική και ευλαβική σχέση μαζί του. Γι’ αυτούς ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα ο Άγιός τους.

Μέχρι τότε δεν είχαν πρόσβαση στην Κεφαλλονιά, αφού την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν συγκοινωνίες. Από τότε όμως και μέχρι το 1984 οργανώθηκαν διαφορετικά. Κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου, ημέρα της κοιμήσεως της Θεοτόκου, ξεκινούσαν χαράματα τα καϊκια για την Κεφαλλονιά. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά πήγαιναν  για να προσκυνήσουν στη  χάρη του. Πολλές γυναίκες μαυροφορούσαν. Τα καϊκια γέμιζαν ασφυκτικά, παρά τον συγκεκριμένο αριθμό επιβατών που καθόριζε το λιμεναρχείο. Καθένας έφερνε μαζί του μια κουβέρτα. Τυλίγονταν  με τις κουβέρτες τους  και ξάπλωναν στο κατάστρωμα ο ένας δίπλα στον άλλο. Στα καϊκια δεν χωρούσε να ρίξεις βελόνι. Τόσοι πολλοί έμπαιναν! Όταν εμφανιζόταν το πλοίο του Λιμεναρχείου κρύβονταν οι μισοί στο αμπάρι και συνέχιζαν. Κανείς δεν φοβόταν, παρά την ανοιχτή θάλασσα και τα μικρά καϊκια. Ήταν πεπεισμένοι ότι ο Άγιος δεν θα άφηνε να τους συμβεί κανένα κακό. Έφταναν μετά από κάμποσες ώρες στο λιμάνι της Σάμης. Από εκεί, με ότι τροχοφόρο έβρισκαν, ανέβαιναν στο οροπέδιο των Ομαλών, που βρίσκεται το μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου. Πολλοί πήγαιναν με τα πόδια. Προσκυνούσαν το ιερό σκήνωμα του Αγίου, και παρακολουθούσαν τον εσπερινό, την ολονύκτια ακολουθία και την άλλη μέρα στις 16 Αυγούστου την πανηγυρική θεία λειτουργία που γίνονταν προς τιμή του Αγίου.

Ακολουθούσαν την λιτανεία του ιερού σκηνώματος, από την εκκλησία μέχρι τον πλάτανο του Αγίου και το απόγευμα της 16ης Αυγούστου, κατηφόριζαν στη Σάμη. Επέστρεφαν στο Μεγανήσι τα μεσάνυχτα, γεμάτοι θεία ικανοποίηση κι εύχονταν μεταξύ τους «και του χρόνου να μας αξιώσει να ξαναπάμε στη χάρη του». Αυτή η υπέροχη γιορτή, αυτό το θαυμάσιο πανηγύρι σταμάτησε το 1984, όταν πια τα καϊκια παροπλίστηκαν και οι συγκοινωνίες άρχισαν να γίνονται με φέρυ-μπωτ.  Ποτέ όμως οι Μεγανησιώτες δεν σταμάτησαν να πηγαίνουν στη γιορτή του Αγίου Γερασίμου , μέχρι σήμερα.

Μετά τη θεραπεία μου θέλησα να επιστρέψω στο γυμνάσιο και να τελειώσω την όγδοη τάξη. Διαπίστωσα ότι δεν μπορούσα. Η φρικτή μου περιπέτεια και τα αλλεπάλληλα χτυπήματα του κεφαλιού,  μου είχαν αφήσει φρικτούς πονοκεφάλους και ιλίγγους.

Έμεινα στο μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου ενάμισι χρόνο συνεχώς. Για άλλους έξι μήνες πηγαινοερχόμουν μεταξύ Κεφαλλονιάς και Μεγανησίου.

Είχε περάσει ένας χρόνος από τη θεραπεία μου  και βρισκόμουν στο μοναστήρι του Αγίου. Λίγο πριν αρχίσει ο εσπερινός συζητούσα με τον πατέρα Πανάρετο. Ήρθε τότε προς το μέρος μας ένας ασθενής, που τον υποβάσταζαν δυο νέοι άνδρες. Ήταν καλοντυμένος με κουστούμι και γραβάτα και ήταν τα πόδια του δεμένα με αλυσίδα.  Στάθηκε μπροστά μου και φτύνοντάς με στο πρόσωπο, μου είπε: «Προδότη, εσύ θα παντρευτείς και θα γίνεις παπάς, αλλά θα σου κάνουμε πολλά κακά στη ζωή σου».

Μετά από λίγες ημέρες ήρθε από την Αμερική  στο μοναστήρι, για να προσκυνήσει τον Άγιο Γεράσιμο, ο πρόεδρος του συλλόγου «Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής», της Νέα Υόρκης . Γνωριστήκαμε και συζητώντας του αποκάλυψα τον νεανικό μου πόθο να σπουδάσω Θεολογία, να χειροτονηθώ ιερομόναχος και να πάω ιεραπόστολος στην Αφρική. Συναντούσα όμως πολλά εμπόδια προκειμένου να πραγματοποιήσω τον πόθο μου αυτόν. Γι’ αυτό του εκμυστηρεύτηκα ότι θα ήθελα να σπουδάσω στην Αμερική. Ο πρόεδρος χάρηκε και μου είπε: «Σε λίγες μέρες επιστρέφω στην Αμερική. Θα συνεννοηθώ με το προεδρείο του συλλόγου και θα σου γράψω. Όταν θα έρθεις όλα τα έξοδα θα είναι δικά μας.»

Ήμουν ακόμη στο μοναστήρι, όταν η επιστολή του έφτασε στο Κατωμέρι. Την πήρε και την διάβασε  ο πατέρας μου. Ο πρόεδρος στην επιστολή του έγραφε ότι είχε κανονίσει τα πάντα και περίμενε την καταφατική μου απάντηση, για να μου κάνει  πρόσκληση για την Αμερική. Πολύ στενοχωρημένος ο πατέρας μου και εντελώς αντίθετος στα δικά μου σχέδια, παρέδωσε την επιστολή στον μακαριστό  Μητροπολίτη Λευκάδος Δωρόθεο.

Όταν επέστρεψα στο Κατωμέρι, κανείς δεν μου είπε απολύτως τίποτε για την επιστολή. Την άλλη μέρα πήγα στην πόλη να υποβάλλω τα προσκυνήματά μου και να πάρω την ευλογία του Δεσπότη μας. Μπαίνοντας στο γραφείο του, ο μακαριστός Δωρόθεος άρχισε να μου φωνάζει έντονα και να μου λέει, ανεμίζοντάς μου την επιστολή, την οποία εγώ δεν γνώριζα, «Τι είναι όλα αυτά που σκαρώνεις; Κατάλαβέ το καλά, χώστο καλά στο μυαλό σου, στην άκρη του κόσμου να πας, θα σε φέρω πίσω με χειροπέδες και συνοδεία χωροφύλακα. Δε σκέφτεσαι μωρέ  ανόητε τους γονείς σου, που πικράθηκαν τόσο πολύ από την περιπέτειά σου; Ξέχασες τον πατέρα σου που λίγο έλειψε να του στρίψει το μυαλό, της μάνας σου τα δάκρυα και τις λιποθυμίες. Μωρέ η μάνα σου τάχτηκε να πηγαίνει ξυπόλυτη από τη Σάμη της Κεφαλλονιάς στον Άγιο. Ένα σε έχουν κι εσύ θέλεις να τους εγκαταλείψεις. Βάλτο καλά στο μυαλό σου, θα παντρευτείς και θα σε χειροτονήσω κληρικό για τη μητρόπολή μας. Και φύγε από μπροστά μου». Εγώ έμεινα εμβρόντητος  κι έφυγα πολύ στενοχωρημένος.

Κάποια άλλη φορά ήρθε να προσκυνήσει τον Άγιο Γεράσιμο ένας Κεφαλλονίτης μοναχός, που μόναζε στη μονή Διονυσίου, στο Άγιον Όρος.  Γνωριστήκαμε, συζητούσαμε και του ζήτησα να με πάρει μαζί του στο Άγιον Όρος για να γίνω μοναχός. Συμφωνήσαμε να μείνουμε λίγες μέρες στο Φισκάρδο της Κεφαλλονιάς, που δεν υπήρχε ιερέας, για να το σκεφτώ καλύτερα. Εκεί αυτός έψαλλε καθημερινά στην εκκλησία του χωριού κι εγώ διακονούσα. Μια μέρα κι ενώ βρισκόμασταν μέσα στην εκκλησία χτύπησε η πόρτα.  Χωρίς να γνωρίζω τίποτε, σαν κάτι να άστραψε στο μυαλό μου. Ήμουν βέβαιος ότι ήταν ο πατέρας μου και σαν σε κινηματογραφική ταινία είδα όλα, όσα έγιναν και τον ανάγκασαν να βρίσκεται εκεί.  Άνοιξα την πόρτα στενοχωρημένος και πράγματι βρέθηκε μπροστά μου. Τι ακριβώς είχε γίνει; Το διάστημα που έμενα στο μοναστήρι , ο πατέρας μου μού έστελνε κάθε μήνα χρηματική επιταγή. Έφυγα εγώ από το μοναστήρι με τον Διονυσιάτη καλόγερο και την επόμενη μέρα πήγε στο μοναστήρι η επιταγή από τον πατέρα μου. Η ηγουμένη του έστειλε πίσω την επιταγή και τον ενημέρωσε ότι είχα φύγει.  Όταν ο πατέρας μου έλαβε το γράμμα της ηγουμένης,  αναστατωμένος, ναύλωσε αμέσως καϊκι και ήρθε στην Κεφαλλονιά για να με βρει. Ανέβηκε στο μοναστήρι και ρωτούσε για μένα. Μια από τις μοναχές είχε ακούσει από κάποια ανιψιά της, ότι βρισκόμουν στο Φισκάρδο και ήρθε εκεί να με βρει. Με κατάκαιγε ο πόθος του Θεού, αλλά δεν μπορούσα να μένω ασυγκίνητος και στις επιθυμίες των γονιών μου. Γυρίσαμε λοιπόν και οι δυο στο Κατωμέρι.

Το 1952 ο μακαριστός Μητροπολίτης Δωρόθεος με έστειλε στο εκκλησιαστικό φροντιστήριο Βελλάς Ιωαννίνων. Επειδή δεν είχα κάνει την στρατιωτική μου θητεία, πήρε έγγραφη άδεια από τον τότε υπουργό  Παιδείας και Θρησκευμάτων, ώστε να γίνω δεκτός στη σχολή Βελλάς. Με συμβούλευσε δε τα εξής: «Πάρε τα πράγματά σου, πήγαινε στο φροντιστήριο, άφησέ τα έξω από την πόρτα του γραφείου του Διευθυντή (Νικόλαος Παπαδόπουλος λεγόταν), μπες μέσα, χαιρέτισέ τον και πες του ότι, με έστειλε ο Δεσπότης Λευκάδος και Ιθάκης για να με δεχτείτε. Αν αντιδράσει, πες του ότι ο Δεσπότης μου είπε, να μη φύγω, να μείνω εδώ, ώσπου να με δεχτείτε».

Όταν πήγα στο εκκλησιαστικό φροντιστήριο Βελλάς και παρουσιάστηκα στο Διευθυντή, εκείνος αντέδρασε δικαιολογημένα, επειδή ο νόμος όριζε να δέχονται μόνο όσους είχαν τελειώσει τη στρατιωτική τους θητεία . Τελικά όμως με δέχτηκε και ήμουν, όπως με φώναζαν όλοι, ο Βενιαμίν της σχολής. Τελείωσα το εκκλησιαστικό  φροντιστήριο το 1953.

Το 1954 με κάλεσαν με ατομική πρόσκληση, να υπηρετήσω την στρατιωτική μου θητεία ως έφεδρος αξιωματικός στο στρατόπεδο Κορίνθου. Κάποια μέρα που κάναμε άσκηση με αληθινά πυρά και οι σφαίρες περνούσαν δυο μέτρα πάνω από το κεφάλι μας,  χτύπησε μια σφαίρα στο παγούρι μου, εξασθένησε η δύναμή της  στο νερό κι έμεινε στο παγούρι . Διαφορετικά θα με είχε σκοτώσει. Από όλο το σύνταγμα κανείς άλλος δεν είχε πάθει το παραμικρό. Αναρωτιέμαι λοιπόν.  Μήπως αυτό  ήταν το πρώτο από τα κακά που  μου είχε προαναγγείλει εκείνος ο άρρωστος , στο μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου; Ευχαρίστησα τον Θεό και τον Άγιο Γεράσιμο για τη σωτηρία μου.

Αργότερα πέρασα στη σχολή εφέδρων αξιωματικών στο σώμα μεταφορών και εφοδιασμού στρατιωτικού υλικού, που ήταν στο στρατόπεδο του Ρουφ, στην Αθήνα. Κάποια μέρα κάναμε άσκηση από το πρωί ως το απόγευμα. Τελειώνοντας κι ενώ ήμασταν κατακουρασμένοι, μας έκαναν ένα απάνθρωπο και βάρβαρο καψόνι. Τόσο βάρβαρο ώστε άλλοι σπουδαστές έπεφταν λιπόθυμοι κι  άλλοι ξερνούσαν. Εμένα με έπιασε δυνατός ίλιγγος και πολύ δυνατός πονοκέφαλος. Αμέσως με μετέφεραν στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο. Νοσηλεύτηκα σαράντα πέντε ημέρες. Ο αξιωματικός που μας υπέβαλε το καψόνι, τιμωρήθηκε με είκοσι μέρες περιορισμό εντός του στρατοπέδου.

Προτού γίνει το καψόνι είχε προγραμματιστεί να κάνουμε άσκηση στο στρατιωτικό αεροδρόμιο Ελευσίνας, στη ρίψη από αεροπλάνο πολεμικού υλικού σε άγνωστο για εμάς μέρος. Στο αεροπλάνο θα ήταν έξι υποψήφιοι από τη σχολή μας, μεταξύ αυτών  κι εγώ και δυο από τη σχολή αεροπορίας. Επειδή ήμουν στο νοσοκομείο, στη θέση μου επήγε άλλος συνάδελφος. Εγώ στενοχωριόμουν πάρα πολύ, που θα έχανα αυτή την άσκηση. Ένα πρωί ήρθαν στο δωμάτιό μου η προϊσταμένη κρατώντας μια εφημερίδα κι ένας γιατρός. Η προϊσταμένη μου έδωσε την εφημερίδα και μου  είπε: « Εσύ κάποιον Άγιο έχεις που σε προστατεύει. Διάβασε για το τραγικό δυστύχημα που έγινε». Διαβάζοντας  την εφημερίδα, ξέσπασα σε λυγμούς. Τι είχε συμβεί; Όταν έσπρωξαν από το αεροπλάνο τον πρώτο σάκο με τα εφόδια, που ήταν πολύ βαρύς, για να πέσει στο έδαφος , άνοιξε αμέσως το αλεξίπτωτο του σάκου, μπερδεύτηκαν  με το αεροπλάνο κι έπεσαν μαζί στο έδαφος. Όλοι όσοι βρίσκονταν στο αεροπλάνο σκοτώθηκαν.

Από τότε κινδύνευσε πολλές φορές η ζωή μου. Πάντοτε όμως μια αόρατη γλυκιά δύναμη με προστάτευε.

Το διάστημα που ήμουν στο στρατό, ο πατέρας μου με τις ευλογίες του μακαριστού Δεσπότη Δωρόθεου κανόνισε μαζί με τον πατέρα της Ανδρονίκης (αυτό είναι το όνομα της πρεσβυτέρας μου) να με παντρέψουν. Απολύθηκα από τον στρατό και γύρισα στο σπίτι μου, αγνοώντας την όλη υπόθεση. Ένα βράδυ ήρθε στο σπίτι ο πατέρας μου μαζί με τον πατέρα της Ανδρονίκης και μερικούς άλλους συγγενείς. Μπήκαν χαρούμενοι και μου ανακοίνωσαν ότι κανόνισαν να με παντρέψουν  και ότι την επόμενη Κυριακή θα γίνονταν οι αρραβώνες. Ένιωσα το έδαφος να φεύγει από τα πόδια μου και τον ουρανό να με πλακώνει. Τα έχασα εντελώς. Όταν συνήλθα, από το απροσδόκητο νέο, είπα στον πατέρα της Ανδρονίκης: «Έχεις καλή κόρη και θα βρεις καλύτερο γαμπρό να την παντρέψεις. Εγώ δεν παντρεύομαι». Απευθυνόμενος στον πατέρα μου του είπα: «Έκανες πολύ κακό. Εσύ ξέρεις το όνειρό μου».

Έφυγα αμέσως από το σπίτι και πήγα στην περιοχή του αγίου Ηλία, που είχαμε κάποιο χωράφι. Κάθισα και έκανα σκέψεις  για τη ζωή μου. Έβλεπα τα όνειρά μου να συντρίβονται. Πηγαινοερχόμουν στο χωράφι κι έλεγα στον εαυτό μου: « Εσύ θα παντρευτείς; Πώς σε έκαναν έτσι; Πού είναι η δύναμή σου; Πώς θα μπορέσεις να ξεπεράσεις όλα αυτά τα εμπόδια που παρουσιάστηκαν στη ζωή σου»; Τότε, στράφηκα στο Θεό. Προσευχήθηκα θερμά να μου αποκαλύψει πιο ήταν το θέλημά του. Μετά την προσευχή μου σκέφτηκα; «  Μήπως αυτό είναι το θέλημα του Θεού και γι’ αυτό μου παρουσιάζονται τόσα εμπόδια»; Θυμήθηκα και τα λόγια του άρρωστου άνδρα, που μου είπε, στο μοναστήρι, «προδότη, εσύ θα παντρευτείς και θα γίνεις παπάς». Με βαριά καρδιά αποφάσισα να υποταχτώ.  Επέστρεψα στο σπίτι και  είπα στον πατέρα  μου ότι δέχομαι. Υποτάχτηκα σ’ αυτό που δεν ήθελα. Το 1955 αρραβωνιάστηκα και πέντε μήνες αργότερα παντρεύτηκα την Ανδρονίκη Κατωπόδη του Παναγιώτη.  Ο Θεός μας χάρισε μόνο δύο παιδιά, τη Μαυρέττα  και τον Ευστάθιο και τρία εγγόνια.

Το 1957 στις 29 Ιουνίου χειροτονήθηκα από τον μακαριστό Μητροπολίτη Δωρόθεο διάκονος. Η χειροτονία μου έγινε  στον ιερό ναό  Αγίων Αποστόλων Κατωμερίου.  Στις 8 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους με χειροτόνησε πρεσβύτερο στον ιερό ναό Αγίου Δημητρίου Κατωχωρίου και ανέλαβα ως εφημέριος την εκεί ενορία. Μετά από μικρό χρονικό διάστημα ανέλαβα και την ενορία Αγίας Μαρίνας Πόρου. Παραμονές Χριστουγέννων με προφορική εντολή του, ο Μητροπολίτης Δωρόθεος, μου επέτρεψε να τελώ το μυστήριο της ιεράς εξομολόγησης. Τη σχετική ευχή σε πνευματικό, μου τη διάβασε ο μακαριστός Μητροπολίτης Νικηφόρος. Στο Κατωχώρι και στον Πόρο έμεινα τρία χρόνια.

Ο μακαριστός Δωρόθεος μου έστειλε έγγραφο στις πέντε Μαϊου του 1960, να ετοιμαστώ, γιατί με απέσπασε στην ενορία Αγίου Βησσαρίωνος Βαθέος Μεγανησίου. Έφυγα με πολύ πόνο καρδιάς, γιατί διέκρινα τη μεγάλη λύπη των ενοριτών μου, τους οποίους αγάπησα και από τους οποίους αγαπήθηκα πολύ. Οι ενορίτες μου αυτοί παρακάλεσαν τον τότε Δεσπότη Δωρόθεο να με αφήσει στις ενορίες τους . Τα αιτήματά τους όμως, δεν έγιναν δεκτά.

Στις 10 Μαϊου ανέλαβα την ενορία Αγίου Βησσαρίωνος Βαθέος. Ένιωθα βαθιά ευγνωμοσύνη για τους κατοίκους του Βαθέος και Κατωμερίου, οι οποίοι τόσο πολύ είχαν συμπάσχει μαζί μου, στο διάστημα της ασθένειάς μου και είχαν νηστεύσει και προσευχηθεί για μένα. Υπηρέτησα στην ενορία αυτή σαράντα χρόνια, έχοντας και για δεκατέσσερα χρόνια και την ενορία Αγίων Αποστόλων Κατωμερίου. Κατά διαστήματα, αλλά και για ενάμισι χρόνο συνεχώς είχα    και την ενορία Αγίου Γεωργίου Σπαρτοχωρίου.

Στον  μακαριστό Δωρόθεο  διέκρινα  πολλές αρετές από τα μαθητικά μου χρόνια, τις οποίες προσπάθησα να μιμηθώ. Την ημέρα της χειροτονίας μου, μεταξύ των συμβουλών που μου έδωσε μου τόνισε και τα εξής: « Να έχεις θάρρος ενώπιον αρχών και εξουσιών, γιατί ο κληρικός βρίσκεται πιο πάνω από κάθε εγκόσμια εξουσία. Να έχεις φόβο Θεού, να αγαπάς τους ενορίτες σου περισσότερο από την οικογένειά σου, γιατί αυτοί είναι τα πνευματικά σου παιδιά, που ο Θεός τα κρέμασε στο λαιμό σου από σήμερα. Έχεις καθήκον ένα ένα να τα πιάνεις από το χέρι και να τα οδηγείς στη βασιλεία των ουρανών. Θα δώσεις λόγο γι’ αυτά ενώπιον του φοβερού βήματος του Χριστού.»

Ο μακαριστός Νικηφόρος, ο οποίος διαδέχτηκε τον μακαριστό Δωρόθεο στον μητροπολιτικό θρόνο της Λευκάδας και Ιθάκης, με ενέπνευσε  από τα μαθητικά μου χρόνια λόγω της ταπείνωσης, της απλότητας και της αγάπης του προς όλους. Με παρότρυνε να μην πικράνω κανέναν, αλλά ποτέ να μην υποχωρήσω σε ότι δεν είναι ηθικό και σύμφωνο με την ιερά παράδοση της εκκλησίας μας.

Για την πνευματική μου προσφορά στην εκκλησία , σαράντα τρία χρόνια εφημέριος και πενήντα πέντε χρόνια εξομολόγος, δεν θα αναφέρω τίποτε. Θα αναφέρω μόνο ότι με τη συμπαράσταση των επιτρόπων και τη συνδρομή των ενοριτών, ανακαινίστηκαν όλες οι εκκλησίες  των ενοριών στις οποίες υπηρέτησα.

Στο Βαθύ οικοδομήσαμε το εκκλησάκι της Παναγίας Ελεούσας και το εκκλησάκι του Αγίου Νεκταρίου. Εμπνευστής  και κύριος δωρητής για την κατασκευή αυτών των εκκλησιών ήταν ο συνταγματάρχης Αναστάσιος Πολίτης.

Στο Κατωμέρι οικοδομήσαμε τα εκκλησάκια του Αγίου Γερασίμου και του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.

Και τα τέσσερα αυτά εκκλησάκια έχουν τέμπλο με δεσποτικές εικόνες, αγιογραφημένες στο Άγιον Όρος  και  όλα τα ιερά σκεύη   για την τέλεση της θείας λειτουργίας.

Συνταξιοδοτήθηκα το 2000 λόγω σοβαρής καρδιοπάθειας. Απαλλαγμένος από τα ενοριακά μου καθήκοντα και έχοντας πολύ χρόνο στη διάθεσή μου, έκανα  αυστηρή αυτοκριτική της όλης εφημεριακής μου ζωής, για να διαπιστώσω, αν ήταν κατά Θεόν ή κατά κόσμον. Έθεσα πολλά ερωτήματα στον εαυτό μου. Θα αναφέρω μερικά από αυτά:

1) Παρουσίαζα τον Κύριο και τον λόγο του στους ενορίτες μου ή ήταν προβολή δικού μου λόγου και δικού μου θελήματος;

2) Στους ενορίτες μου, που υπέφεραν σωματικά και ψυχικά παρουσίαζα τον αιματοβαμμένο σταυρό του Κυρίου, στον οποίον ανέβηκε για τη σωτηρία του κόσμου, με συντριβή και ταπείνωση; Ή προχωρούσα εγώ μπροστά και πίσω ήταν ο σταυρός του;

3) Στάθηκα με πόνο ψυχής και μέτρησα τις σταλαγματιές από το αίμα της καρδιάς του Εσταυρωμένου Κυρίου μας, οι οποίες καθαρίζουν τις ψυχές των αμαρτωλών;

4) Ένιωσα ποτέ στο κεφάλι μου τον αγκάθινο στέφανο του Κυρίου, με πόνο ψυχής και συντριβή καρδιάς;

5) Είδα με δέος τα χέρια και τα πόδια του, τα παραδομένα στα καρφιά  και ολόκληρο τον εαυτό του παραδομένο στη χλεύη και στην περιφρόνηση του κόσμου;

6) Με συνέτριψε , καθώς διάβαζα το ευαγγέλιο, η κραυγή του «Θεέ μου, Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλειπες»;

7)  Έπεσα ποτέ πρηνής μπροστά στον Εσταυρωμένο Κύριό μας και ταπεινώθηκα μπροστά στην άκρα ταπείνωσή του; Μήπως ύψωσα αλαζονικά το κεφάλι , νομίζοντας ότι τα έλεγα και τα έκανα όλα καλά;

8) Με τρομάζει το γεγονός των εβδομήκοντα μαθητών. Ο Κύριος τους έστειλε να κηρύξουν τον λόγο του και να θεραπεύσουν ασθενείς. Όταν επέστρεψαν του απολογήθηκαν ότι, εκήρυξαν τον λόγο του, θεράπευσαν ασθενείς  και ανέστησαν νεκρούς.   Και ο Κύριος τους είπε: «Πηγαίνετε, ουκ οίδα υμάς». Φοβερός ο λόγος αυτός του Κυρίου. Αναρωτιέμαι μήπως είμαι κι εγώ ένας από αυτούς.

Χωρίς να ταπεινολογώ η συνείδησή μου δεν μου έδωσε θετικές απαντήσεις στα ερωτήματά μου αυτά.

Ο Μητροπολίτης μας Λευκάδος και  Ιθάκης κύριος Θεόφιλος, στην εορτή του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, στις 12 Νοεμβρίου 2010, μετά το τέλος  της θείας λειτουργίας, στην οποία προϊστατο, στον ιερό ναό της Παναγίας των Ξένων, μου έδωσε έπαινο , γραμμένο σε περγαμηνή, για την προσφορά μου στην εκκλησία. Μήπως ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας με επαίνεσε λόγω της αγάπης και της καλοσύνης του; Δεν ξέρω αν  άξιζα  τον έπαινο.  Ζητώ το έλεος του Κυρίου.

Θα ήταν μεγάλη παράληψη από μέρους μου να μην πω λίγα λόγια για την πρεσβυτέρα μου. Από όταν χειροτονήθηκα διάκονος  και δίχως δική μου προτροπή, εγκατέλειψε τον κοσμικό τρόπο ντυσίματος. Έκτοτε ντύνεται σεμνά, πάντα με ρούχα σκούρου χρώματος  και χωρίς κοσμικό πνεύμα. Σαν σύζυγοι δεν συγκρουσθήκαμε ποτέ μεταξύ μας, ούτε και με άλλον άνθρωπο ήρθε ποτέ σε σύγκρουση. Ουδέποτε μίλησε και ουδέποτε πίκρανε άνθρωπο. Έδειχνε πάντα την απλότητά της και έδινε αγάπη σε όλους. Η ταπείνωση και το μόνιμο χαμόγελο είναι τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματά της.

Δοξάζω από την καρδιά μου τον Άγιο Θεό που στη ζωή μου με προστάτεψε από πολλές άλλες  περιπέτειες. Ευχαριστώ τον Άγιο Γεράσιμο που μου χάρισε την υγεία μου και με απάλλαξε από τη φοβερότερη περιπέτεια της ζωής μου.  Δοξάζω τον Θεό γιατί η δική μου περιπέτεια έγινε αιτία πολλοί να στερεωθούν στην  χριστιανική πίστη. Πολλοί  σκεπτικιστές είπαν στο μακαριστό μητροπολίτη Κεφαλληνίας Γερμανό: «Θέλαμε δεν θέλαμε, με αυτά που ακούσαμε και είδαμε,  μεταβλήθηκε ο σκεπτικισμός μας και αποφασίσαμε σταθερά να πλησιάσουμε την θρησκεία μας». Ένας δικηγόρος, που από περιέργεια βρισκόταν στον Άγιο τη μέρα της θεραπείας μου, είπε στους ιερείς στην ηγουμένη και σε άλλους προσκυνητές: «Θέλω δε θέλω σε όλη τη ζωή θα είμαι πιστός στην εκκλησία».

Θέλω να βεβαιώσω ότι όσα αναφέρω δεν έχουν την παραμικρή υπερβολή. Τα περιέγραψα όπως έγιναν παραλείποντας πολλά άλλα γεγονότα. Τα έγραψα σε ηλικία 82 ετών στις 5 Οκτωβρίου 2012 με την προτροπή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας Λευκάδος και Ιθάκης κυρίου Θεοφίλου.
Πρωτοπρεσβύτερος,   Γεράσιμος   Νικολάου  Κονιδάρης
https://iliaxtida.wordpress.com

+ + + + + + + + + + + + + + + + + 

Τα μεγάλα θαύματα του αγ. Γερασίμου που αύξησαν τη φήμη του


Κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 15 Αυγούστου 1579, γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και της Μονής Του, πράγμα που παρακαλούσε και ο ίδιος στην προσευχή Του. Ενταφιάσθηκε νότια του Καθολικού της Μονής. Μετά από δύο χρόνια κάποια δαιμονισμένη γυναίκα που ποθούσε την θεραπεία της ήρθε στην Μονή. Κάποια νύκτα ο πονηρός δαίμονας κατακρήμνισε την δύστυχη γυναίκα στο πηγάδι της Μονής για να την πνίξει. Εκείνη την στιγμή οι μοναχές άκουσαν την γλυκιά φωνή του Αγίου να τις προτρέπει να τρέξουν στην αυλή. Εκεί βρήκαν την γυναίκα να στέκεται βρεγμένη και με ανοικτά τα πόδια στα χείλη του πηγαδιού, διηγούμενη με δάκρυα ό,τι έγινε για την σωτηρία της με την μεσιτεία του θαυματουργού Αγίου. Εκείνος την τράβηξε από τα μαλλιά και την ελευθέρωσε από το ακάθαρτο πνεύμα… 

Η κοίμηση του Αγίου Γερασίμου. Διακρίνονται οι πενθούσες μοναχές της συνοδείας του.

Το μεγάλο αυτό θαύμα και μερικά άλλα οδήγησαν την τοπική Εκκλησία στην απόφαση να κάνει την εκταφή του Οσίου Πατρός. Στις 20 Οκτωβρίου 1581 η γη απέδωσε το λείψανό του σώο και ευωδιάζον. Δυσπιστίες, διαφωνίες αλλά και διαμάχες Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών -οι οποίοι στενοχωρήθηκαν από το μεγάλο θαύμα της αφθαρσίας του Αγίου- ανάγκασαν τον Πατριαρχικό Έξαρχο, Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Γαβριήλ Σεβήρο να κάνει ξανά την ταφή του ιερού σκηνώματος, ώσπου να περάσει η κανονική τριετία. Στις 20 Οκτωβρίου 1582 έγινε η δεύτερη ανακομιδή του Αγίου. 

Το Θαύμα διασώσεως της δαιμονισμένης στο πηγάδι από τον Άγιο Γεράσιμο. Σχέδιο του Δημητρίου Πελεκάση προοριζόμενο για την αγιογράφηση της Εκκλησίας του Αγίου Γερασίμου στην Πολυκλινική Αθηνών, έτος 1938

Έκτοτε προσκυνείται για περισσότερα από πεντακόσια χρόνια μαρτυρώντας με την αφθαρσία, την ευωδία και την θαυματουργία του τα μεγαλεία και την δόξα του Θεού. Το λείψανο είναι ντυμένο με τα ιερατικά άμφια της ταφής του Αγίου και εκτίθεται προς προσκύνηση μέσα σε κρυστάλλινη λειψανοθήκη, η οποία ενσωματώνεται σε μεγαλύτερη, αργυρή περίτεχνη λάρνακα. Αυτή βρίσκεται στον τάφο του Αγίου, ο οποίος με το πέρασμα του χρόνου περιλήφθηκε στον χώρο του παλαιού Καθολικού της Μονής. 

Η κοίμηση του Αγίου Γερασίμου. Τοιχογραφία στο παλαιό Καθολικό της Μονής.

Η αγιοκατάταξη του Αγίου έγινε επί Πατριαρχίας Κυρίλλου Λουκάρεως (1620-1638) μετά από εμπεριστατωμένες αναφορές του πρώην Μαΐνης Ιερεμίου του και επί 50 χρόνια Ηγουμένου της Μονής της Νέας Ιερουσαλήμ. Συνυπέγραψε και ο Επίσκοπος Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης Παχώμιος, πολλοί κληρικοί και μαθητές του Αγίου. Ο Πατριάρχης ανέθεσε στον λόγιο Θεόφιλο Κορυδαλλέα την σύνταξη σχεδίου Πατριαρχικού Σιγιλλίου με το οποίο ο Άγιος γράφτηκε στις αγιολογικές δέλτους της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας με εορτασμό της μνήμης του την 16η Αυγούστου[4] και εορτασμό της ανακομιδής του τιμίου σκήνους του την 20ή Οκτωβρίου. 

Το Ιερό Λείψανο του Αγίου Γερασίμου (όρθιο στην νότια θύρα, Πάσχα 1994).

Τρία χρόνια μετά την αγιοκατάταξη του Αγίου (το έτος 1625), τυπώθηκε στο Λονδίνο με επιμέλεια και δαπάνη του Επισκόπου Ιερεμίου η πρώτη βιογραφία του Αγίου βάσει της οποίας ο Ιερομόναχος Μητροφάνης ο Ναύπλιος συνέταξε την πρώτη Ακολουθία του Αγίου που τυπώθηκε στην Βενετία το 1704. Άλλη Ακολουθία συνέταξε ο Ζακύνθιος Ιερέας Νικόλαος Γαβριηλόπουλος που εκδόθηκε στην Βενετία το 1718  ενώ στις μέρες μας Ακολουθία και έτερα υμνογραφήματα συνέταξε ο Γέροντας Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. 

Λεπτομέρεια από τις παλάμες του άφθαρτου λειψάνου του Αγίου Γερασίμου.

Η τοπική Εκκλησία γιορτάζει τον Άγιο Γεράσιμο από τις 16 εως τις 23 Αυγούστου[5] και από τις 20 εως τις 26 Οκτωβρίου[6]. Κατά τις ημέρες αυτές, όπως και την περίοδο από το Σάββατο του Λαζάρου ως και την Κυριακή του Θωμά, ο Άγιος παραμένει όρθιος μέσα στην κρυστάλλινη λειψανοθήκη και μπροστά στην νότια θύρα του Ιερού Βήματος. Στις 16 Αυγούστου, στις 20 Οκτωβρίου και την Κυριακή του Θωμά λιτανεύεται έως τον Μεγάλο Πλάτανο και τοποθετείται επάνω στο Πηγάδι. Τότε συμβαίνει το εξής παράδοξο: υπερχειλίζει το νερό του πηγαδιού και ο πλάτανος χαμηλώνει τα κλαδιά του. Έτσι οι πιστοί παίρνουν νερό για αγίασμα και φύλλα για φυλακτά. Στις 23 Αυγούστου και στις 26 Οκτωβρίου λιτανεύεται ως τα αλώνια. Τότε θεραπεύονται πολλοί ασθενείς, ιδιαίτερα μάλιστα δαιμονισμένοι. 

Είσοδος του σπηλαίου ασκήσεως του Αγίου Γερασίμου

4. Η οποία λόγω εκκλησιαστικής τάξεως μετατέθηκε από την 15η, που ήταν η    ημέρα της κοιμήσεώς Του.
5. «Αντιμίρι» ή εννιάμερα του Αγίου.
6. Απόδοση εορτής ανακομιδής.


ΓΙΑΤΡΟΣ ΕΠΙΑΣΕ ΣΦΙΓΜΟ ΣΤΟ ΛΕΙΨΑΝΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ !!!!

ΔΙΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΣΑΒΒΑ ΑΝΤΥΠΑ ΠΕΡΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΦΟΒΕΡΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΙΕΡΟ ΛΕΙΨΑΝΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ!

https://www.youtube.com/watch?v=GXN-_R6R16I 

Θαύμα του αγίου Γερασίμου Κεφαλληνίας το 1944

Θαύμα  του αγίου Γερασίμου κεφαλλήνιας και εμφάνιση του αγίου προς τον Αλέξιο Ρηγάτο Έλληνα στρατιώτη εις τον πόλεμο  το έτος 1944 στα σύνορα της Αλβανίας.
Ο Αλέξιος Ρηγάτος κεφαλλονίτης στην καταγωγή καλέστη να υπηρέτησει  την πατρίδα του στο πόλεμο του 1940
Η οικογένεια Αλέξιου Ρηγάτου είχε την έδρα της και το σπιτικό της στην Γαστούνη Ηλείας

© PCMVideo.WebTV.gr 

https://www.youtube.com/watch?v=Wjz0dE-UoN0

ΘΑΥΜΑΤΑ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ

https://www.youtube.com/watch?v=1dFg49TeoAM